Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

Η αληθινή νηστεία

Η αληθινή νηστεία

Ακόνισε το δρεπάνι σου, το οποίο έγινε άχρηστο με την πολυφαγία, ακόνισέ το μάλιστα με την νηστεία,  άρχισε την οδοιπορία που οδηγεί στον ουρανό, πιάσε τον στενό και ανώμαλο δρόμο και προχώρα. Πώς όμως θα μπορέσης και να πιάσης τον δρόμο και να προχωρήσης; «Με το να ταλαιπωρής και υποτάσσης το σώμα σου» ( Α’ Κορ. 9,27 ) ∙ γιατί όπου υπάρχη ανώμαλος δρόμος, μεγάλο εμπόδιο στο βάδισμα είναι η πολυσαρκία, που προέρχεται από την πολυφαγία.
Κατεύνασε τα κύματα των ατόπων επιθυμιών, απόκρουσε την ζάλη των πονηρών λογισμών, διάσωσε το σκάφος της ψυχής σου, δείξε μεγάλη εμπειρία και ήδη έχεις γίνει άριστος κυβερνήτης. Και όλων αυτών βάσις και διδάσκαλος θα είναι η νηστεία ∙ όταν όμως λέγω νηστεία, δεν εννοώ αυτή που κάνουν οι πολλοί άνθρωποι, αλλά την αληθινή νηστεία, όχι μόνο την αποχή από τα φαγητά, αλλά και την αποχή από τα αμαρτήματα∙ γιατί δεν αρκεί η φύσις της νηστείας να απομακρύνη από τα αμαρτήματα αυτούς που νηστεύουν, εάν δεν γίνεται όπως πρέπει. «Διότι και ο αθλητής», λέγει, «δεν στεφανώνεται, εάν δεν αγωνισθή σύμφωνα με τους νόμους της αθλήσεως» ( Β΄ Τιμ. 2,6 ) . Για να μη χάσουμε τον στέφανο της νηστείας, αν και έχουμε υπομείνει τους κόπους της, ας μάθουμε πώς και με ποιόν τρόπο πρέπει να την εξασκούμε. Γιατί και ο Φαρισαίος εκείνος νήστευσε ( Λουκ. 18, 12-16 ) , αλλά μετά την νηστεία εκείνη κατέβηκε από τον ναό έρημος και κενός από τους καρπούς της νηστείας . Ο τελώνης πάλι δεν νήστευσε, και όμως αυτός που δεν νήστευσε ξεπέρασε στην  αρετή αυτόν που νήστευσε, για να μάθης ότι δεν υπάρχει καμμία ωφέλεια από την νηστεία, αν δεν την συνοδεύουν και όλα τα άλλα.
Από το βιβλίο: «ΜΕΤΑΝΟΙΑ , ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙΣ, ΝΗΣΤΕΙΑ, ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ»
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων
ΣΤ΄»
2η Έκδοσις
( Επηυξημένη και βελτιωμένη)
Έκδοσις: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους
2008

Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: "Ομιλία Περί Πίστεως" (όπου παρατίθεται έκθεσις της ορθόδοξης ομολογίας)

Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: "Ομιλία Περί Πίστεως" (όπου παρατίθεται έκθεσις της ορθόδοξης ομολογίας)

1. Πιστεύομε στο Θεό, και πιστεύομε τον Θεό· άλλο το ένα και άλλο το άλλο. Πραγματικά πιστεύω τον Θεό σημαίνει ότι θεωρώ βέβαιες κι' αληθινές τις επαγγελίες που μας έδωσε· πιστεύω δε στον Θεό σημαίνει ότι φρονώ περί αυτού ορθώς.
Πρέπει δε να τα έχωμε και τα δύο, να είμαστε αληθινοί και στα δύο και να συμπεριφερώμαστε έτσι, ώστε και να πιστευώμαστε από εκείνους που βλέπουν σωστά και πιστοί να είμαστε ενώπιον του Θεού προς τον οποίο απευθύνεται η πίστις, και ως πιστοί ακριβώς να δικαιούμαστε από αυτόν «διότι»,λέγει, «επίστευσε ο Αβραάμ και τούτο υπολογίσθηκε για την δικαίωσή του».
Πώς λοιπόν πιστεύσας εδικαιώθηκε ο Αβραάμ; Έλαβε από τον Θεό υπόσχεσι για το σπέρμα του, που ήταν ο Ισαάκ, ότι θα ευλογηθούν όλες oι φυλές του Ισραήλ. Έπειτα διατάσσεται από τον Θεό να θυσιάση, παιδί ακόμη, τον Ισαάκ που ήταν ο μόνος διά του οποίου επρόκειτο να εκπληρωθη η υπόσχεσις. Και χωρίς ν' αντείπη τίποτε ο πατέρας, έσπευσε να γίνη αυτόχειρ του παιδιού του, ενώ εθεωρούσε αυτήν την δι' αυτού υπόσχεσι βέβαιη και έγκυρη.


2. Βλέπετε ποια είναι η πίστις που δικαιώνει; Αλλά επαγγέλθηκε και σε μας ο Χριστός κληρονομιά ζωής αΐδιας και τρυφής και δόξης και βασιλείας, ενώ έπειτα παρήγγειλε να πτωχεύωμε, να νηστεύωμε, να ζούμε με ευτέλεια και θλίψι, να είμαστε έτοιμοι για θάνατο, να σταυρώνωμε τους εαυτούς μας μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες. Εάν λοιπόν σπεύδωμε προς αυτά και πιστεύομε εκείνη την επαγγελία του Χριστού, πραγματικά επιστεύσαμε τον Θεό κατά το παράδειγμα του Αβραάμ, και τούτο θα υπολογισθή για την δικαίωσί μας.

3. Και παρατηρήσατε την ακολουθία των προτάσεων. Το ότι δηλαδή εδέχθηκε να προσφέρη για σφαγή τον Ισαάκ δεν έγινε μόνο ισχυρά μαρτυρία και απόδειξις της πίστεως του Αβραάμ, αλλά υπήρξε και αίτιο του ότι ο Χριστός εγεννήθηκε από το σπέρμα του, διά του οποίου ευλογήθηκαν όλες οι φυλές της γης κι εκπληρώθηκε η επαγγελία. Διότι κατά κάποιον τρόπο ο Θεός έγινε οφειλέτης σ' αυτόν που έδωσε για τον Θεό τον μονογενή και γνήσιο υιό του· οφειλέτης ν' αντιδώση γι' αυτόν και την προς αυτόν επαγγελία τον δικό του μονογενή και γνήσιο υιό. Έτσι και σε μας· η χάρη των εντολών του Θεού σωφροσύνη και δικαιοσύνη και ταπείνωσις, η υπομονή των κάθε είδους κακώσεων και μετάδοσις των αγαθών, καθώς και η κακοπάθεια του σώματος με νηστείες και αγρυπνίες και γενικώς το να σταυρώνωμε τους εαυτούς μας μαζί με τα παθήματα και τις επιθυμίες, όχι μόνο είναι απόδειξις ότι πιστεύομε αληθινά στις επαγγελίες του Χριστού, αλλά και καθιστά κατά κάποιον τρόπο τον Θεόν οφειλέτη να αντιπροσφέρη σε μας την αΐδια και άφθαρτη ζωή και τρυφή, την δόξα και βασιλεία.

4. Γι' αυτό και ο ίδιος, απευθυνόμενος προς τους μαθητάς του, έλεγε· μακάριοι είναι οι πτωχοί διότι δική σας είναι η βασιλεία των ουρανών· μακάριοι οι πενθούντες, μακάριοι οι ελεήμονες, μακάριοι οι διωκόμενοι για την δικαιοσύνη»· και, αλλοίμονο στους πλουσίους, αλλοίμονο στους γελώντας, αλλοίμονο στους χορτασμένους, αλλοίμονό σας όταν όλοι οι άνθρωποι σας κολακεύουν. Αυτός λοιπόν που αποβλέπει όχι προς τα μακαριζόμενα από τον Κύριο, αλλά προς τα ταλανιζόμενα, ειπέ μου, πώς θα πιστευθή ότι εμπιστεύεται τον Θεό; «Δείξε μου», λέγει, «την πίστι σου από τα έργα σου», και «όποιος είναι σοφός, ας δείξη τα έργα του από την καλή συμπεριφορά».

5. Ότι λοιπόν πιστεύομε αληθινά τον Θεό, δηλαδή αναγνωρίζομε αληθινές και βέβαιες τις επαγγελίες ή απειλές του προς εμάς, και περιμένομε να εκδηλωθούν γρήγορα, δεικνύεται διά των αγαθών μας έργων και της τηρήσεως των θείων εντολών. Ότι δε ορθώς πιστεύομε στον Θεό, δηλαδή καλώς και ασφαλώς και ευσεβώς φρονούμε γι' αυτόν, από που προέρχεται η απόδειξις; από την συμφωνία προς τους θεοφόρους πατέρες μας. Ότι δε το να εμπιστευώμαστε αδιαψεύστως τον Θεό προκαλεί την αντίθεσι όχι μόνο από τα πάθη της σαρκός και από τις παγίδες του πονηρού, αλλά και από τους εμπαθείς ανθρώπους, που θέλγουν και παρασύρουν κάτω προς τις εμπαθείς ηδονές, έτσι και το να πιστεύωμε ορθώς στον μόνο αληθινό Θεό προκαλεί την αντίθεσι όχι μόνο από την άγνοια και από τις υποβολές του Αντικειμένου, αλλά και από τους δυσσεβείς ανθρώπους που τον αρπάζουν και τον ρίπτουν μαζί τους κάτω προς την δική τους απώλεια. Είναι όμως στη διάθεσί μας, για κάθε μια από τις περιπτώσεις, μεγάλη βοήθεια, όχι μόνο από τον ίδιο τον Θεό και την από αυτόν δοσμένη σ' εμάς γνωστική δύναμι, αλλά και από τους αγαθούς αγγέλους και από τους θεοσεβείς ανθρώπους που ζουν κατά το θέλημα του Θεού.

6. Γι' αυτό η πνευματική και κοινή μητέρα και τροφός μας, η Εκκλησία του Χριστού, σήμερα αφ' ενός μεν αντικηρύσσει ολοφανέστερα και δημοσιώτερα αυτούς που έλαμψαν κατά την ευσέβεια και αρετή και τις πανίερες συνόδους των και τα θεία δόγματα που διατυπώθηκαν σ' αυτές, αφ' ετέρου δε αποκηρύσσει επισημότερα τους οπαδούς της δυσσεβείας και τα πονηρά διδάγματα και φρονήματά τους· έτσι ώστε εμείς αυτούς μεν αποστρεφόμενοι, τους δε ορθοδόξους ακολουθώντας, να πιστεύωμε σ' ένα Θεό, Πατέρα, Υιό και άγιο Πνεύμα, από τον οποίο και δια του οποίου και στον οποίο έγιναν τα πάντα, ο οποίος υπάρχει πριν από όλα και επάνω σε όλα και μέσα σε όλα και υπεράνω του παντός, μονάς σε τριάδα και τριάς σε μονάδα, ασυγχύτως ενουμένη και αμερίστως διαιρούμενη· μονάς η ίδια και τριάς παντοδύναμη.

7. Είναι Πατήρ άχρονος και άναρχος και αΐδιος, μόνος αιτία και ρίζα τής θεότητος που ενυπάρχει στον Υιό και στο άγιο Πνεύμα· όχι μόνος δημιουργός, αλλά μόνος Πατήρ ενός Υιού και μόνος προβολεύς ενός αγίου Πνεύματος· πάντοτε ων και πάντοτε ων Πατήρ και πάντοτε ων μόνος Πατήρ και μόνος προβολεύς.

8. Του οποίου ένας είναι Υιός, συναΐδιος με αυτόν και χρονικώς συνάναρχος· όχι άναρχος δε, διότι έχει γεννήτορα και ρίζα, πηγή και αρχή τον Πατέρα, από τον οποίο μόνον προήλθε πριν από όλους τους αιώνες ασωμάτως, απαθώς, αρρεύστως, γεννητώς, αλλά δεν διαιρέθηκε· που είναι Θεός από Θεό, όχι άλλος κατά το ότι είναι Θεός και άλλος κατά το ότι είναι Υιός· πάντοτε ων και πάντοτε ων Υιός και πάντοτε ων ασυγχύτως προς τον Θεό· λόγος ζωντανός, φως αληθινό, ενυπόστατος σοφία, αιτία και αρχή όλων των δημιουργημάτων, αφού όλα αυτά έγιναν δι' αυτού· αυτός εκένωσε τον εαυτό του χάριν της συντελείας των αιώνων, όπως προείπαν οι προφήτες, παίρνοντας για μας την δική μας μορφή, και, αφού εκυοφορήθηκε από την αειπάρθενη Μαρία μ' ευδοκία του Πατρός και συνεργία του αγίου Πνεύματος, εγεννήθηκε κι' ενανθρώπησε αληθινά, έγινε όμοιος μ' εμάς καθ' όλα, πλην της αμαρτίας, ενώ έμεινε ό,τι ήταν, Θεός αληθινός σε μια υπόσταση και μετά την ενανθρώπηση, ενεργών όλα τα θεία ως Θεός και όλα τα ανθρώπινα πάθη· απαθής και αθάνατος ων και διαμένων ως Θεός, εκουσίως δε παθών για μας κατά την σάρκα ως άνθρωπος, σταυρωθείς και αποθανών, ταφείς και αναστάς κατά την τρίτη ημέρα και καταργήσας δια του θανάτου και της αναστάσεώς του αυτόν που έχει την κυριαρχία του θανάτου· και μετά την ανάστασι επιφανείς, αναληφθείς στον ουρανό και καθίσας από τα δεξιά του Πατρός αφού έκαμε ομότιμο και ομόθρονο ως ομότιμο το φύραμά μας, με το οποίο πρόκειται να έλθη πάλι ενδόξως να κρίνη ζώντας και νεκρούς, που θα επανέλθουν προς την ζωή εξ αιτίας της παρουσίας του, και ν' αποδώσει στον καθένα κατά τα έργα του. Αναγνωρίζοντας κι εμείς αισθητό και περιγραπτό τούτο το από εμάς πρόσλημμά του και φύραμα, εικονίζομε και προσκυνούμε ευσεβώς και αυτήν που τον εγέννησε παρθενικώς και τους ευαρεστήσαντας αυτόν τελείως. Τούτου τα σύμβολα των παθών, και μάλιστα τον σταυρό, τιμούμε και προσκυνούμε ως θεία τρόπαια κατά του κοινού πολεμίου. Την ανάμνησι τούτου τελώντας κατά την εντολή του καθημερινώς, ιερουργούμε τα θειότατα μυστήρια και μετέχομε σ' αυτά. Κατά την παραγγελία τούτου πριν από όλα βαπτιζόμαστε και βαπτίζομε σ' ένα όνομα σεπτό και προσκυνητό του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος.

9. Διότι από τον αΐδιο και άναρχο Πατέρα εκπορεύεται το άγιο Πνεύμα, που είναι συνάναρχο με τον Πατέρα και τον Υιό ως άχρονο, όχι δε άναρχο, αφού και αυτό ρίζα και αρχή και αιτία έχει τον Πατέρα, από τον οποίο προήλθε πριν από όλους τους αιώνες αρρεύστως, απαθώς, εκπορευτώς, και είναι επίσης αδιαίρετο του Πατρός και του Υιού, ως προερχόμενο από τον Πατέρα και αναπαυόμενο στον Υιό· που έχει ασύγχυτη την ένωσι και αμέριστη τη διαίρεση· που είναι και αυτό Θεός από Θεό, όχι άλλος μεν ως Θεός, άλλος δε Παράκλητος ως Πνεύμα άγιο αυθυπόστατο· που έχει την ύπαρξι από τον Πατέρα και αποστέλλεται δια του Υιού, για την έναρξι αιωνίας ζωής, γι' αρραβώνα των μελλοντικών και πάντοτε διατηρουμένων αγαθών που είναι κι' αυτό αίτιο όλων των δημιουργημάτων, διότι σ' αυτό έγιναν όλα, το ίδιο και απαράλλακτο με τον Πατέρα και τον Υιό, χωρίς την αγεννησία και τη γέννησι. Εστάλθηκε δε από τον Υιό προς τους μαθητάς του, δηλαδή εφανερώθηκε· διότι πως αλλοιώς θα εστελλόταν το παντού παρόν και μη χωριζόμενο από τον πέμποντα; Γι' αυτό όχι μόνο από τον Υιό, αλλά και από τον Πατέρα στέλλεται και από τον εαυτό του έρχεται· διότι η αποστολή, δηλαδή η φανέρωσις, είναι κοινό έργο Πατρός, Υιού και Πνεύματος.

10. Φανερώνεται δε όχι κατά την ουσία, διότι κανείς ποτέ δεν είδε ούτε απεκάλυψε την φύσι του Θεού, αλλά κατά τη χάρι και τη δύναμι και την ενέργεια, η οποία είναι κοινή Πατρός, Υιού και Πνεύματος. Διότι ίδιο στο καθ' ένα από αυτά είναι η υπόστασίς του και τα υποστατικώς γύρω από αυτήν παρατηρούμενα- κοινά δε αυτών δεν είναι μόνο η αφανέρωτη και υπερώνυμη και αμέθεκτη ουσία, αλλά και η χάρις και η δύναμις, η ενέργεια και η λαμπρότης, η αφθαρσία και η βασιλεία, και όλα εκείνα, διά των οποίων κοινωνεί κι' ενώνεται κατά χάρι με τους αγίους αγγέλους και ανθρώπους ο Θεός, χωρίς να εκπίπτη από το ενιαίο και την απλότητα ούτε εξ αιτίας του μεριστού και διαφόρου των υποστάσεων ούτε εξ αιτίας του μεριστού και ποικίλου και θείων δυνάμεων και ενεργειών. Έτσι πιστεύομε σ' ένα Θεό, σε μια τρισυπόστατη και παντοδύναμη θεότητα και ανακηρύσσομε αυτούς που με τέτοια πίστι ευαρέστησαν τον Θεό, ενώ αυτούς που δεν πιστεύουν με όμοιο τρόπο, αλλά ή εγκαινίασαν ιδιαίτερη αίρεσι ή ακολούθησαν μέχρι τέλους τους αρχηγούς της, τους απορρίπτομε. Να γνωρίζετε δε τούτο, αδελφοί, ότι τα πονηρά πάθη και τα δυσσεβή δόγματα αλληλοεισάγονται, πραγματοποιούμενα λόγω της δικαίας εγκαταλείψεως από τον Θεό.

11. Ότι λοιπόν το μεγάλο πλήθος των αμαρτιών διαπράττονται δια της δυσσεβείας, μας το εδίδαξε ο μέγας Παύλος γράφοντας περί των Ελλήνων «επειδή δεν εφρόντισαν να επιγνώσουν τον Θεό», «άλλ' ενώ εγνώρισαν τον Θεό, δεν τον εδόξασαν ούτε τον εσεβάσθηκαν ως Θεό», «τους παρέδωσε ο Θεός σε νου αδόκιμο, ώστε να πράττουν τα ανεπίτρεπτα, γεμάτους κάθε αδικία, πορνεία, πλεονεξία, και τα παρόμοια». Ότι δε πάλι δια της αμαρτίας εισάγεται η δυσσέβεια, η απόδειξις παρέχεται από πολλούς που το έπαθαν αθλίως. Ο Σολομών εκείνος, αφού παρέδωσε τον εαυτό του στις σαρκικές επιθυμίες, ωλίσθησε σε ειδωλολατρία. Ο Ιεροβοάμ, αφού ενικήθηκε από άκρα φιλαρχία, εθυσίασε στις χρυσές δαμάλεις. Ο προδότης Ιούδας αρρωστημένος από φιλαργυρία, περιέπεσε στη θεοκτονία.

12. Γι' αυτά λοιπόν, επειδή και η πίστις χωρίς έργα είναι νεκρά και ανενέργητη, και τα έργα χωρίς πίστι είναι μάταια και άχρηστα, η χάρις του Πνεύματος σήμερα στον σεπτό καιρό της νηστείας και της ενάρετης ασκήσεως συνεδύασε την ανακήρυξι των ορθοτομούντων τον λόγο της ευσεβείας και την αποκήρυξι εκείνων που δεν εδιάλεξαν την ορθοδοξία, έτσι ώστε εμείς, σπεύδοντας και στα δυό συνδυασμένα, και την πίστι να επιδείξωμε με τα έργα και των κόπων το κέρδος να αποκτήσωμε διά της πίστεως.

13. Όχι δε μόνο εισάγονται δι' αλλήλων τα πονηρά πάθη και η δυσσέβεια, αλλά και ομοιάζουν μεταξύ τους. Και θα ειπώ λίγα προς την αγάπη σας για τους ετεροδόξους που αναφάνηκαν στην εποχή μας. Όπως ο Αδάμ, αφού έλαβε εξουσία από τον Θεό να τρώγη από κάθε δένδρο του παραδείσου, δεν αρκέσθηκε σ' όλα εκείνα, αλλά πειθόμενος στη συμβουλή του αρχεκάκου όφεως, έφαγε από το μόνο δένδρο που είχε προσταχθή να μη το εγγίση, έτσι συμβαίνει και με εμάς· ενώ τα υπάρχοντα στο Θεό αγαθά και οι πραγματικά αγαθοπρεπείς δωρεές προτίθενταν από αυτόν για μέθεξι στους θέλοντας, συμφώνως προς τον ειπόντα «όλα όσα είναι ο Θεός θα είναι και ο θεωμένος διά της χάριτος, χωρίς την ταυτότητα κατά την ουσία», υπάρχουν μερικοί που διδάσκουν ότι εμείς μετέχομε και της ιδίας της υπερουσίου ουσίας και ισχυρίζονται ότι μπορούν να την ονομάζουν αυθεντικώς, και μιμούμενοι τον αρχέκακο όφι, παρερμηνεύουν και διαστρέφουν τα λόγια των αγίων, όπως εκείνος τα του Θεού. Αλλά εμείς, αφού ελάβαμε δύναμι από τον Κύριο να πατούμε επάνω σε όφεις και σκορπιούς και σε κάθε δύναμι του εχθρού, αφού συντρίψωμε εύκολα κάθε μηχανή και παγίδα του, είτε κατά της ευσεβείας είτε κατά της ευσεβούς διαγωγής και φανούμε νικηταί εναντίον του σε όλα, θα επιτύχωμε τους ουράνιους και άφθαρτους στεφάνους της δικαιοσύνης, μέσα στον Χριστό, τον αδέκαστο κριτή και δοτήρα των ανταμοιβών.

14. Σ' αυτόν πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνησις, μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.


πηγή: Γρηγορίου Παλαμά έργα, τόμος 9, Πατερικαί εκδόσεις "Γρηγόριος ο Παλαμάς", μτφρ. Παναγιώτης Χρήστου, Θεσσαλονίκη 1985. 

Μην κάνεις, αυτό που δεν θα ήθελες, να σου κάνουν.

Μην κάνεις, αυτό που δεν θα ήθελες, να σου κάνουν.


Είναι μια πολύ όμορφη ανάρτηση , κάποιου πολύ καλού κι΄ ευγενικού Οδοιπόρου , η οποία πρωτογράφτηκε πριν τρία χρόνια , στις 12 Οκτωβρίου 2007 , στο Ιστολόγιο “Αναζητώντας Το Μόνο Φως ” , ( σήμερα μετονομασμένο κάπως αλλιώς http://entiodo.pblogs.gr/ ) , την οποία κράτησα στο αρχείο μου , και μετά από την άδεια του συγγραφέα , θα ήθελα να την μοιραστώ μαζί σας .
.
“Ο Γλυκύτατος μας Ιησούς, μας έδωσε τον Χρυσό Κανόνα.
.
« Μην κάνεις αυτό που δεν θα ήθελες να σου κάνουν » !
.
.
Για παράδειγμα :
αν δεν θέλουμε να μας στεναχωρήσουν, ας μην στεναχωρήσουμε τον άλλο εμείς πρώτοι,
αν θέλουμε να μας κατανοήσουνε σε αυτό που πρεσβεύουμε, ας κατανοήσουμε τους άλλους πρώτοι,
αν θέλουμε να μας σέβονται, ας σεβαστούμε εμείς τους άλλους πρώτα,
αν θέλουμε να μην μας κρίνουν, ας μην κρίνουμε εμείς τους αλλούς πρώτα,
αν θέλουμε να μας φροντίζουν, ας φροντίζουμε εμείς τους άλλους πρώτα,
αν θέλουμε να μας νοιάζονται, ας νοιαζόμαστε εμείς πρώτα για τους άλλους,
αν θέλουμε καλούς γονείς, ας είμαστε εμείς πρώτα καλά παιδιά,
αν θέλουμε καλά παιδιά, ας είμαστε εμείς πρώτα καλοί γονείς,
αν θέλουμε να έχουμε φίλους, ας είμαστε εμείς πρώτα φίλοι,
αν θέλουμε να έχουμε καλούς συντρόφους, ας είμαστε εμείς πρώτα εμείς καλοί σύντροφοι,
αν θέλουμε καλούς συναδέλφους, ας είμαστε εμείς πρώτα καλοί συνάδελφοι,
αν θέλουμε ο ερωτικός μας σύντροφος να μας σέβεται, ας τον σεβαστούμε εμείς πρώτα.
αν θέλουμε ο ερωτικός μας σύντροφος να μας είναι πιστός, ας είμαστε πιστοί εμείς πρώτα.
αν θέλουμε να μην μας θυμώνουν οι άλλοι, ας μην θυμώνουμε εμείς πρώτα με τους άλλους,
αν θέλουμε να μας συγχωρούνε, ας ζητάμε εμείς πρώτοι συγγνώμη,
αν θέλουμε να μας χαμογελάνε, ας χαμογελάμε εμείς πρώτοι,
αν θέλουμε να μας αγαπάνε, ας αγαπάμε εμείς πρώτοι…
.
Για αυτό,
.
“Θου Κύριε, φυλακή τω στόματι μου” …
.
Να μην πω, η γράψω αυτή τη λέξη, γιατί πληγώνει.
Να μην υπενθυμίζω εκείνο το γεγονός, γιατί στεναχωρεί.
Να μην μιλήσω απότομα, γιατί θα μετανιώσω.
Να μην πω κακό για τον άλλο, γιατί είναι κουτσομπολιό.
Να μην διακόψω τον άλλο, όταν μιλάει, γιατί είναι αγενές.
Να μην πω αυτό το αστείο, γιατί είναι χυδαίο.
Να μην πετιέμαι σαν τον κόρακα, γιατί αυτό λέγεται προπέτεια.
Να μη φλυαρώ, γιατί αυτό δείχνει ελαφρότητα.
Να μη μεταφέρω μια ανεξέλεγκτη πληροφορία, γιατί υπάρχει φόβος να
μην είναι αληθινή και οι άλλοι να την πιστέψουν.
Να μη χρησιμοποιώ υπονοούμενα, γιατί αυτό δεν είναι ευθύ.
Να μη μιλάω, και να μην γράφω όταν είμαι θυμωμένος, γιατί θα μετανιώσω για όσα πω.
Να φροντίζω να μιλάω και να γράφω, όταν πρέπει και όσο πρέπει.
Να λέω εύκολα κάτι καλό για τον άλλο.
Να δικαιολογώ κάπως τους διπλανούς μου στο φταίξιμό τους.
Να βρίσκω πάντα ένα ενισχυτικό λόγο για τους μειονεκτικούς,
αδύναμους, τους πονεμένους.
Να προσπαθώ να μιλάω, και να γράφω ευγενικά σε όλους.
Να κάνω ότι μπορώ για να δημιουργώ ευχάριστη ατμόσφαιρα.
Να μιλάω με ειλικρίνεια, καθαρά, σταράτα, αθόρυβα.
Να αγωνιστώ να ακούω περισσότερο και να μιλάω και να γράφω λιγότερο.
Να μην πω αυτή τη λέξη η λόγο, η να μην γράψω κάτι, γιατί ότι
λέμε και γράφουμε δεν μπορούμε να το πάρουμε πίσω.
Να προσπαθώ να μιλάω και με τη σιωπή μου. Και όχι με τα γραπτά μου.
Να εκφράζομαι πάντοτε με γλυκύτητα, με μετριοφροσύνη, με σύνεση, με αγάπη.
Ποτέ με θυμό, με νεύρα, με φθόνο, με φιληδονία, με εξ-ουσιαστικότητα, με αυτό δικαίωση.
Με το λόγο και την γραφή, άλλες φορές χτίζουμε γέφυρες,
και άλλες φορές τις γκρεμίζουμε.
Να σκέφτεσαι με Αγάπη, να μιλάς με Αγάπη, να βλέπεις με Αγάπη,
να αισθάνεσαι με Αγάπη, να ενεργείς με Αγάπη προς όλα όσα σε περιβάλλουν,
σε οποιοδήποτε βασίλειο της δημιουργίας και αν ανήκουν. “
.
.
Ευχαριστώ τον καλό φίλο του ιστολογίου μας , για την άδεια της αναδημοσίευσης της πιο πάνω ανάρτησης , και εύχομαι όμορφο φθινοπορινό δειλινό σε κάθε Διαβάτη και Οδοιπόρο της ζωής ,
σε κάθε απλή κι΄ ευγενική ψυχούλα .

Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου «Αντιμετώπιση υβριστών»

Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου «Αντιμετώπιση υβριστών»


”Η γεννιά της αδιαφορίας”
Αντιμετώπιση υβριστών
- Γέροντα, στην Αγία Γραφή λέει ότι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος δεν συγχωρείται. Ποια είναι η βλασφημία αυτή;
- Βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος γενικά είναι η περιφρόνηση στα θεία, όταν ο άνθρωπος έχει, εννοείται, τα λογικά του. Τότε είναι και ένοχος. Π.χ. έναν που μου είπε «άντε κι εσύ και οι θεοί σου…», του έδωσα μία σπρωξιά και τον τίναξα πέρα, γιατί αυτό ήταν βλασφημία. Ή περνάνε δύο έξω από μία Εκκλησία. Ο ένας κάνει τον σταυρό του και λέει και στον άλλο «κάνε, ευλογημένε, κι εσύ τον σταυρό σου…» και αυτός αντιδρά: «Άντε κι εσύ που θα κάνω τον σταυρό μου!». Αυτή η περιφρόνηση είναι βλασφημία.
Αδύνατον επομένως σε έναν ευλαβή άνθρωπο να υπάρχει βλασφημία. Άλλα και η αναίδεια είναι βλασφημία κατά του Άγιου Πνεύματος. Ο αναιδής διαστρέφει η καταπατάει λ.χ. μία ευαγγελική αλήθεια, για να δικαιολογήσει την πτώση του. Δεν σέβεται την αλήθεια, την πραγματικότητα, άλλα την τσαλακώνει εν γνώσει του· τσαλαπατάει ένα ιερό πράγμα. Και αυτό σιγά-σιγά γίνεται πλέον κατάσταση. Στην συνέχεια απομακρύνεται η Χάρις του Θεού και ο άνθρωπος δέχεται επιδράσεις δαιμονικές. Και αν δεν μετανοήσει, τι εξέλιξη θα έχει… Θεός φυλάξοι!
Όταν όμως ένας θυμώσει και βλασφημήσει ακόμη και το Άγιο Πνεύμα, αυτή η βλασφημία δεν είναι ασυγχώρητη, γιατί ο άνθρωπος δεν πιστεύει την βρισιά που είπε, άλλα την είπε, επειδή εκείνη την στιγμή, πάνω στον θυμό του, έχασε τον έλεγχο του εαυτού του, και αμέσως μετανοιώνει. Ο αναιδής όμως δικαιολογεί το ψέμα, για να δικαιολογήσει την πτώση του. Όποιος δικαιολογεί την πτώση του, δικαιολογεί τον διάβολο.
- Γέροντα, πώς δικαιολογεί την πτώση του;
- Μπορεί να θυμηθεί κάτι που λέχθηκε πριν από δέκα χρόνια για άλλη περίπτωση και να το παρουσίαση σαν παράδειγμα, για να δικαιολογήσει τον εαυτό του. Ούτε ο διάβολος, ο μεγαλύτερος δικηγόρος, δεν θα μπορούσε να σκεφθεί κάτι τέτοιο εκείνη την ώρα.
- Και πώς νιώθει αυτός ο άνθρωπος;
- Πώς νιώθει; Δεν έχει ανάπαυση ποτέ. Εδώ και δίκαιο να έχει κανείς, όταν πάει να δικαίωση τον εαυτό του, πάλι ανάπαυση δεν έχει, πόσο μάλλον να μην έχει δίκαιο και να δικαιολογεί την πτώση του με αναιδέστατο τρόπο. Γι’ αυτό, όσο μπορούμε, να προσέχουμε την αναίδεια και την περιφρόνηση όχι μόνον προς τα θεία άλλα και προς τον πλησίον μας, διότι είναι εικόνα θεού.
Οι αναιδείς άνθρωποι βρίσκονται στο πρώτο στάδιο της βλασφημίας κατά του Αγίου Πνεύματος. Εκείνοι που περιφρονούν τα θεία βρίσκονται στο δεύτερο, και στο τρίτο βρίσκεται ο διάβολος.
- Γέροντα, όταν μιλούν κατά της Εκκλησίας η κατά του Μοναχισμού κ.λπ., τι πρέπει να κάνη κανείς;
- Κατ’ αρχάς, αν κάποιος μιλάει άσχημα λ.χ. για σένα ως άτομο, δεν πειράζει. Να σκεφθείς: «Τον Χριστό, που ήταν Χριστός, Τον έβριζαν, και δεν μιλούσε· εμένα που είμαι αμαρτωλός τι μου αξίζει;». Αν έρχονταν να βρίσουν εμένα ως άτομο, δεν θα με πείραζε καθόλου. Άλλα, όταν με βρίζουν ως μοναχό, βρίζουν και όλο τον θεσμό του Μοναχισμού, γιατί ως μοναχός δεν είμαι ανεξάρτητος, και πρέπει να μιλήσω. Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει κανείς να τους αφήσει λίγο να ξεσπάσουν και ύστερα να τους πει δύο κουβέντες.
Κάποτε στο λεωφορείο μία γυναίκα έβριζε τους παπάδες. Την άφησα να ξεσπάσει και, όταν σταμάτησε, της είπα: «Έχουμε απαιτήσεις από τους παπάδες, άλλα και αυτούς δεν τους έρριξε ο Θεός με τα αλεξίπτωτα. Είναι άνθρωποι και έχουν ανθρώπινες αδυναμίες. Μπορείς όμως να μου πεις, μία μητέρα σαν εσένα βαμμένη, με κάτι νύχια σαν το γεράκι, τι παιδί θα γέννηση και πώς θα το αναθρέψει; Και παπάς και καλόγερος να γίνει, πώς θα είναι;».
Θυμάμαι, μία άλλη φορά, όταν ταξίδευα με το λεωφορείο από την Αθήνα για τα Γιάννενα, ήταν ένας που δεν σταμάτησε σε όλο τον δρόμο να κατηγορεί έναν μητροπολίτη που είχε δημιουργήσει τότε κάτι προβλήματα. Του είπα κανα-δυό κουβέντες και μετά έκανα ευχή. Εκείνος συνέχιζε. Όταν φθάσαμε στα Γιάννενα και κατεβήκαμε, τον πήρα λίγο παράμερα και του λέω: «Με γνωρίζεις ποιος είμαι;». «Όχι», μου λέει. «Πώς τότε κάθεσαι και λες τέτοια πράγματα; Εγώ μπορεί να είμαι πολύ χειρότερος από τον τάδε που βρίζεις, μπορεί όμως να είμαι και ένας άγιος. Πώς κάθεσαι εσύ και λες μπροστά μου πράγματα που δεν μπορώ να φανταστώ ότι τα κάνουν ούτε και οι κοσμικοί άνθρωποι; Κοίταξε να διορθωθείς, γιατί θα φας σκαμπίλι δυνατό από τον Θεό – για το καλό σου φυσικά». Τον είδα μετά, άρχισε να τρέμει. Άλλα και οι άλλοι κατάλαβαν, όπως είδα από μία αναταραχή που δημιουργήθηκε.
- Βλέπεις να βρίζουν τα άγια και ο άλλος δεν λέει τίποτε. Σ’ αυτήν την περίπτωση η πραότητα είναι δαιμονική. Μία φορά που έβγαινα από το Άγιον Όρος, συνάντησα στο καράβι και έναν που είχε φύγει ο καημένος από το Ψυχιατρείο και είχε έρθει στο Όρος. Φώναζε και έβριζε συνέχεια όλους τους μεγάλους, τους κυβερνήτες, τους γιατρούς… «Τόσα χρόνια, έλεγε, με τάραξαν στα ηλεκτροσόκ και στα χάπια. Εσείς περνάτε καλά. Έχετε την καλοπέραση σας, τα αυτοκίνητα σας. Έμενα από δώδεκα χρονών η μάνα μου μ’ έστειλε σ’ ένα νησί. Είκοσι πέντε χρόνια γυρίζω από τρελλοκομείο σε τρελλοκομείο». Έβριζε όλα τα κόμματα και μετά άρχισε να βρίζει Χριστό και Παναγία. Σηκώνομαι επάνω, «πάψε, του λέω· δεν υπάρχει καμμιά αρχή εδώ μέσα;». Θίχθηκε, φαίνεται, ο συνοδός του – πρέπει να ήταν χωροφύλακας – και τον σύμμασε λίγο. Είχε πει όλο το πρόβλημα του φωνάζοντας και βρίζοντας. Τον πόνεσα. Μετά ήρθε, μου φίλησε το χέρι. Τον φίλησα. Είχε δίκαιο. Όλοι λίγο-πολύ έχουμε το μερίδιο μας. Ήμουν και εγώ αιτία που έβριζε ο καημένος. Αν είχα πνευματική κατάσταση, θα τον είχα κάνει καλά.
- Πόσο είχαν απογοητευθεί οι Φαρασιώτες, τότε με την Ανταλλαγή, όταν έρχονταν με το καράβι στην Ελλάδα! Δυο ναύτες μάλωναν και έβριζαν τον Χριστό και την Παναγία. Τους φάνηκε πολύ βαρύ! Σού λέει: «Έλληνες, Χριστιανοί, να βρίζουν τον Χριστό και την Παναγία!». Τους άρπαξαν και τους πέταξαν στην θάλασσα. Ευτυχώς ήξεραν κολύμπι και γλύτωσαν. Ακόμη και όταν βρίζουν κάποιον άνθρωπο, πρέπει να τον υπερασπίσουμε, πόσο μάλλον τον Χριστό!
Ήρθε ένα παιδί στο Καλύβι που κούτσαινε, άλλα λαμποκοπούσε το προσωπάκι του. Λέω: «Κάτι γίνεται εδώ, για να λάμπει έτσι η θεία Χάρις!». Τον ρώτησα «τι κάνεις κ.λπ.» και μου είπε τι συνέβη. Κάποιος, ένα θηρίο μέχρι εκεί πάνω, έβριζε τον Χριστό και την Παναγία και το παιδί όρμησε επάνω του, για να σταματήσει. Εκείνος το έβαλε κάτω, το τσαλαπάτησε, του σακάτεψε τα πόδια, και μετά το καημένο κούτσαινε. Ομολογητής! Τι τράβηξαν οι Ομολογητές, οι Μάρτυρες!
- Γέροντα, μερικοί ευλαβείς νέοι δυσκολεύονται στον στρατό με αυτούς που βρίζουν. Τι να κάνουν;
- Θέλει διάκριση και υπομονή. Ο Θεός θα βοηθήσει. Ο ασυρματιστής που υπηρετούσαμε μαζί στον στρατό ήταν ένας γιατρός άπιστος, βλάσφημος. Κάθε μέρα ερχόταν στην μονάδα Διοικήσεως, να μου κάνη πλύση εγκεφάλου! Μού έλεγε την θεωρία του Δαρβίνου κ.λπ., κάτι πράγματα χαμένα, βλάσφημα τελείως. Μετά όμως από κάποιο περιστατικό κατάλαβε μερικά πράγματα. Μία φορά ήμασταν σε μία επιχείρηση και είχαμε φορτωμένα σε ένα μεγάλο μουλάρι τον ασύρματο και το φορείο. Σε έναν κατήφορο, επειδή γλιστρούσε πολύ, εγώ έπιανα από την ουρά το ζώο και ο γιατρός τραβούσε το καπίστρι. Σε μία στιγμή, πώς άγγιξε το φορείο λίγο τα αυτιά του ζώου, και δίνει μία το ζώο και με χτυπάει δυνατά με τα πισινά του πόδια· με πέταξε πέρα. Σε λίγο συνήλθα και είδα ότι περπατούσα! Το μόνο που θυμόμουν ήταν ότι φώναξα «Παναγία μου!». Τίποτε άλλο. Τα σημάδια από τα πέταλα του ζώου ήταν πάνω μου. Εδώ το στήθος ήταν όλο μαύρο. Με τόση δύναμη με χτύπησε το ζώο! Τα έχασε ο γιατρός που με είδε να περπατώ! Συνεχίσαμε τον δρόμο μας. Λίγο πιο πέρα στραβοπάτησε ο γιατρός σε μία πέτρα, έπεσε κάτω και δεν μπορούσε να σηκωθεί να περπατήσει. Άρχισε να φωνάζει: «Παναγία μου, Χριστέ μου»! Σού λέει: «Τώρα όλοι θα με εγκαταλείψουν πάει, τι θα γίνω; Ποιος θα με βοηθήσει;». Φοβόταν μην τον πιάσουν. «Μη στενοχωριέσαι, του λέω, θα καθήσω μαζί σου. Αν πιάσουν εμένα, θα πιάσουν κι εσένα». Ο καημένος μετά σκέφθηκε: «Ο Αρσένιος ενώ τον πέταξε πέρα το ζώο, δεν έπαθε τίποτε, και εγώ λίγο στραβοπάτησα και δεν μπορώ να περπατήσω!». Σε λίγο σηκώθηκε, άλλα κούτσαινε και τον κρατούσα, για να περπατήσει. Οι άλλοι είχαν προχωρήσει. Πήρε ένα μάθημα και συνήλθε μετά. Κάθε μέρα έλεγε κάτι βλασφημίες, και τότε, πάνω στον κίνδυνο, φώναζε «Παναγία μου! Παναγία μου!». Τον βόλεψε η Παναγία!
Ένας άλλος, μοτοσικλετιστής ήταν στον στρατό, δύο φορές είχε σπάσει το πόδι του και πάλι συνέχιζε να βρίζει.
- Δεν του λέγατε τίποτε, Γέροντα;
- Τι να του πω; Εδώ δεν του έλεγα τίποτε και εκείνος έβριζε συνεχώς τον Χριστό και την Παναγία επίτηδες, για να με στενοχωρει. Μετά το κατάλαβα και έκανα μόνον ευχή. Και να δείτε, ενώ πρώτα έβριζαν και αυτός και οι άλλοι στα καλά καθούμενα, ύστερα, όταν δυσκολεύονταν σε κάτι και πήγαιναν να βρίσουν, δάγκωναν την γλώσσα τους! Είναι καλύτερα, αν ένας βρίζει, βλασφημεί κ.λπ. και είναι αναιδής, να κάνεις ότι είσαι απασχολημένος και δεν ακούς και να λες την ευχή. Γιατί αν καταλάβει ότι τον παρακολουθείς, μπορεί να βρίζει συνέχεια, και έτσι γίνεσαι αιτία να δαιμονισθεί. Όταν όμως δεν είναι αναιδής άλλα ευσυνείδητος, και βρίζει από κακή συνήθεια, μπορείς κάτι να του πεις. Αν πάλι είναι ευσυνείδητος, άλλα έχει πολύ εγωισμό, πρέπει να προσέξεις να μην του μιλήσεις αυστηρά άλλα ταπεινά, όσο μπορείς, και με πόνο. Τι λέει ο Αββάς Ισαάκ; «Έλεγξον διά της δυνάμεως των αρετών σου τους φιλονεικούντας μετά σου… και αποστόμωσον αυτούς διά της πραότητος και της γαλήνης των χειλέων σου. Έλεγξον τους μεν ακόλαστους διά της ενάρετου συμπεριφοράς σου, τους δε αναίσχυντους κατά τας αισθήσεις διά της συστολής των ομμάτων σου»

Ο π.ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

Ο π.ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ





  Ο π.ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΓΙΑ ΤΙΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

     Η Εκκλησία δεν μπορεί ν' αλλάζει σαν τον φούρνο του Χότζα ή σαν τους ανεμόμυλους και να γυ­ρίζει κάθε φορά κατά που πηγαίνει ο άνεμος. Οφείλει να κρατήσει ως κόρην οφθαλμού τους ανεκτίμητους θησαυρούς που παρέλαβε μέσα στην λατρεία της. Δεν πρέπει να τους απεμπολήσει.
 Σήμερα καταργούμε τους ιαμβικούς κανόνες επειδή δεν τους καταλαβαίνουμε. Αύριο τους πεζούς. Μεθαύριο θα πετάξουμε και τους αίνους. Διότι σε λίγα χρόνια, με την γλώσσα, που δι­δάσκεται σήμερα στα σχολεία, δεν θα είναι κατανοη­τοί ούτε οι αίνοι, που είναι απλούστερα τροπάρια.
Με την ίδια λογική, λοιπόν, θα καταργήσομε και την υπόλοιπη λατρεία της Εκκλησίας. Και τότε τι θα βάλομε στην θέση αυτών; Αντί να λέμε, «Τας κεφά­λας ημών τω Κυρίω κλίνωμεν», θα λέμε, «Σκύψτε στον αφέντη τις κούτρες σας»; Ή, «Σκύψτε στον αφέ­ντη τα κεφάλια σας»;
Τι είδους λατρεία θα γίνει, αν την γράψουμε στην Δημοτική;

Ο Μακαριστός Γέροντάς μας π. Επιφάνιος Ι. Θεοδωρόπουλος
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"


Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com

Read more: http://www.egolpion.com/p_epifanios_leitoyrgika.el.aspx#ixzz2rTD4SLBK

ΜΑΚΑΡΙΟΝ ΚΑΙ ΘΕΟΔΕΓΜOΝΑ ΤΑΦΟΝ ἱερομ.Ἰουστίνου

ΜΑΚΑΡΙΟΝ ΚΑΙ ΘΕΟΔΕΓΜOΝΑ ΤΑΦΟΝ ἱερομ.Ἰουστίνου

 
… λίθε στό ἄνοιγμα τοῦ ἱεροσολυμιτικοῦ Τάφου, σάν τόν λίθο στό ἄνοιγμα τοῦ βαβυλωνιακοῦ λάκκου! Στή Βαβυλώνα ἔριξαν τόν Δανιήλ στόν λάκκο τῶν λεόντων «καί ἤνεγκαν λίθον καί ἐπέθηκαν ἐπί τό στόμα τοῦ λάκκου, καί ἐσφραγίσατο ὁ Βασιλεύς ἐν τῷ δακτυλίῳ αὐτοῦ»(Δαν. 6. 17). Στήν Ἱερουσαλήμ ἀφοῦ προσκύλισαν «λίθον μέγαν τῇ θύρᾳ τοῦ μνημείου …ἠσφαλίσαντο τόν τάφον σφραγίσαντες τόν λίθον μετά τῆς κουστωδίας» (Ματθ. 27.60. 66) τοῦ Ρωμαίου ἑκατόνταρχου πού ἔφερε στή χλαμύδα του τά σύμβολα καί τήν προσωπογραφία τοῦ βασιλιᾶ του.
Στή Βαβυλώνα ἔβαλαν τόν Δανιήλ ζωντανό στόν λάκκο σάν σέ τάφο, γιά νά μή βγεῖ ποτέ ἀπό κεῖ, παρά μόνο σάν ὑπολείμματα, ἀποφάγια θηρίων. Στήν Ἱερουσαλήμ ἔβαλαν τόν προκαταγγελμένο ἀπό τόν Δανιήλ – εἶναι ὁ «ὡς υἱός ἀνθρώπου» (7.13). Τόν ἔβαλαν νεκρό στόν Τάφο σάν σέ λάκκο, γιά νά μή βγεῖ ποτέ ἀπό κεῖ παρά μόνο σάν λείψανα τῆς φθορᾶς, ἀποφάγια τοῦ ἀρχαίου δράκοντα καί θηρίου, τοῦ θανάτου. Ὡστόσο γελάσθηκαν ἐπειδή δέν ἔβαλαν «υἱόν ἀνθρώπου» ἀλλά ἔβαλαν «ὡς υἱόν ἀνθρώπου». δηλ. κάποιον σάν γιό ἀνθρώπου, Θεό πού ἐνανθρώπησε, πλήν δέν ἄφησε τή θεότητα! Γι᾽ αὐτό καί βγῆκε θριαμβευτής, ζωντανός καθώς πρίν ὁ Δανιήλ.
Ὦ λίθε τοῦ Τάφου τοῦ Ἰησοῦ, μοιάζεις καί δέν μοιάζεις μέ τόν λίθο τοῦ τάφου τοῦ φίλου Του τετραήμερου. Μοιάζεις: Σκέπασες ἐπίσης νεκρό, ἀποκυλίσθηκες ἐπίσης. Δέν μοιάζεις: Σύ σκέπασες «νεκρό» Θεό, καί ἀκόμη ἀποκυλίσθηκες παράδοξα. Στήν ἀποκύληση τοῦ τετραήμερου λίθου ὑπούργησαν ἄνθρωποι, τοῦ τριήμερου ἄγγελοι. «Χωρίς δέ πάσης ἀντιλογίας» φυσικά εἶναι καί τά δύο, μιά πού ἐκ φύσεως «τό μεῖζον ὑπό τοῦ ἐλάττονος» ὑπουργεῖται (πρβλ. Ἑβρ. 7.7). Ὑπηρετεῖται δηλ. κανείς ἀπό ἴσους ἤ κατώτερούς του, ἐκτός ἀπό τήν ἐξαίρεση τοῦ θείου ἐλέους καί τῶν ὀργάνων του, τοῦ Κυρίου καί τῶν ἀγγέλων πού φροντίζουν γιά τή σωτηρία μας. Λοιπόν στόν πρῶτον λίθο, τόν βηθανικό, ὑπούργησαν ἄνθρωποι, στόν δεύτερο, τόν σιωνικό, ἄγγελος καί ἀρχάγγελος, ὥστε νά ἐμφανισθεῖ ὁ «παῖς Κυρίου», ὁ Μεσσίας, ὡς «μεγάλης βουλῆς ἄγγελος» (Ἡσ. 9.6), τῆς βουλήσεως τῆς Ἁγ. Τρίαδος περί οἰκουμενικῆς σωτηρίας ἐκ Πατρός δι᾽ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι.
Ἄγγελος ἀποκύλησε τόν λίθο, καί μάλιστα πρέπει κατά τεκμήριο νά ἦταν ἄγγελος Χερουβείμ. Τό ὄφειλε στό γένος μας κατά λόγο δικαιοσύνης! Ἦταν ἡ ἀντίπραξη μιᾶς πράξεως ἀρχαίας θλιβερῆς καί τρομερῆς: Χερουβείμ εἶχε ὑπηρετήσει στήν ἀρά τῆς ἐξορίας τοῦ Ἀδάμ, ὅταν κρατοῦσε «τήν φλογίνην ρομφαίαν τήν στρεφομένην φυλάσσειν τήν ὁδόν τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς» (Γεν. 3.24) … Χερουβείμ ἄρα πρεσβεύουμε ὅτι καί ἐδῶ ἔστρεψε καί κύλισε τόν λίθο καί ἄνοιξε τήν ὁδό τοῦ Τάφου, τῆς Ζωῆς˙ τήν ὁδό τοῦ Τάφου, δηλ. τήν ὁδό τῆς Ζωῆς, καί ὄχι τοῦ τάφου τῆς ζωῆς, ἀφοῦ ἦταν Τάφος τῆς καθαυτό Ζωῆς καί Αὐτοζωΐας, πού οὐδέποτε εἶναι δυνατό νά φθάσει στήν κατάσταση τῆς ἀνυπαρξίας! Χερουβείμ τότε μᾶς ἔκλεισε τήν Ἐδέμ, Χερουβείμ τώρα μᾶς ἄνοιξε τόν Τάφο γιά νά τόν δοῦμε ἄδειο, ὄχι θανατηφόρο ὄχι νεκροφόρο.
Τό βγάλσιμο τοῦ λίθου τοῦ τετραήμερου τάφου συνιστοῦσε προανάκρουσμα τοῦ ἄλλου βγαλσίματος καί ἀδειάσματος τοῦ τριήμερου Τάφου, καί σέ προέκταση ὅλων τῶν ἀδειασμάτων τῶν πολυχρόνιων τάφων. Ὁ παραμερισμός τοῦ λίθου τοῦ Λαζάρου ἀποτέλεσε προμήνυμα «τήν κοινήν ἀνάστασιν πρό τοῦ…πάθους ‒‒τοῦ σωστικοῦ‒‒ πιστούμενος» (Ἀπολυτ. Λαζάρου).
Ὦ λίθε ἄψυχε, πατέρα ἐμψύχων τέκνων τοῦ Ἀβραάμ! Γιά σένα πρῶτ᾽ ἀπ᾽ ὅλα προεῖπε τό θεῖο στόμα, ἔστω κι ἄν ἔδειχνε ἀλλοῦ τό θεῖο χέρι, «ὅτι δύναται ὁ Θεός ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραάμ» (Λουκ.3.8· Ματθ. 3.9).
Ὦ λίθε, ἐσένα ὑπαινισσόταν πρῶτ᾽ ἀπ᾽ ὅλα τό θεῖο στόμα ὅταν διαβεβαίωνε πώς καί «οἱ λίθοι κεκράξονται» (Λουκ. 19.40) τή θεότητά Του.
Ὦ λίθε, ἐσένα θά εἶχε στόν χριστοποιημένο νοῦ του (πρβλ. Α´ Κορ. 2.16) ὁ θεῖος ἀπόστολος, ὅταν παρομοίαζε τόν Σωτήρα μέ λίθο-βάση τῆς οἰκοδομῆς τῶν πιστῶν˙ οἰκοδομῆς πάνω σέ «λίθον ζῶντα, ὑπό ἀνθρώπων μέν ἀποδεδοκιμασμένον, παρά δέ Θεῷ ἐκλεκτόν, ἔντιμον» (Α´ Πέτρ. 2.4).
Λοιπόν, ὦ λίθε, ὁ «μέγας σφόδρα» ( Μάρκ. 16.4) γιά τά μέτρα τῶν γηγενῶν στήν κυριολεκτική, αἰσθητή‒‒τήν τρισδιάστατη ἔννοια, ἀλλά πιό «μέγας σφόδρα» στή μεταφορική, νοητή‒‒τήν ὑπερφυσική ἔννοια, δηλ. στή σωτηρία τους˙ ὡστόσο μικρέ σφόδρα γιά τόν ὑπεράπειρο Θεό καί τούς ὑπεράπειρους οἰκτιρμούς Του. Ὅλη τήν πελώρια θεία Οἰκονομία τή μίκρυνε καί στοίβαξε ὁ Παντοδύναμος καί Πανάγαθος πάνω σου καί πίσω σου, στό ἐσωτερικό τοῦ Μνήματος!
Ὦ λίθε!
Ὦ σάβανα μέ τά ὁποῖα τύλιξαν στή Σιών ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας καί ὁ Νικόδημος μόλις νεκρό δῆθεν, τό σῶμα Ἐκείνου πού δίνει τήν ὀντότητα. Θά σᾶς ἀποκαλέσω σπάργανα μέ τά ὁποῖα τύλιξαν στή Βηθλεέμ ἡ Παναγία Παρθένος καί ὁ μνήστωρ της Ἰωσήφ τό σῶμα Ἐκείνου πού μόλις εἶχε πάρει δῆθεν, τήν ὕπαρξη.
Ὦ σάβανα-σπάργανα. Ξαναγεννήσατε τόν Χριστό στήν ἄνω προτερινή ζωή, ξαναγεννᾶτε τόν πιστό στήν ἄνω προπτωτική ζωή!
Ὦ σάβανα, μέ τά ὁποῖα ἐξαπατήθηκε ἐχθρός ὁ φοβερός, ὅπως ἐξαπατήθηκε Σαούλ ὁ φθονερός. Παλιά δηλ. ὁ Σαούλ ἐπιδίωκε νά ἐξολοθρεύσει τόν Δαβίδ, ἀποκλειστικά καί μόνο γιατί ὁ δεύτερος φημίσθηκε ἐπειδή πάτασσε τούς χαλεπούς ἐχθρούς ἀλλόφυλους καί ἔσωζε τόν Ἰσραήλ. Σέ μιάν ἐπικίνδυνη περίσταση ἡ Μελχόλ, ἡ θυγατέρα τοῦ Σαούλ καί σύζυγος τοῦ Δαβίδ, φυγάδεψε τόν δίκαιο καί τοποθέτησε στό κρεββάτι του «κενοτάφια» – μ᾿ ἄλλα λόγια ὁμοίωμα ἀνθρώπου πού κοιμόταν. Στή θέση τοῦ κεφαλιοῦ τοποθέτησε σπλάγχνα, συκωταριά αἴγας, «καί ἐκάλυψεν αὐτά ἱματίῳ. Καί ἀπέστειλε Σαούλ ἀγγέλους λαβεῖν τόν Δαβίδ». Γυρνώντας στόν βασιλιά τοῦ γνωστοποίησαν πώς ἦταν ἄρρωστος – ἡ Μελχόλ τούς τόν εἶχε δείξει νά κεῖται τάχα στό κρεββάτι ἀσθενής. Ὁ μονάρχης τούς διέταξε: «Ἀγάγετε αὐτόν ἐπί τῆς κλίνης πρός με τοῦ θανατῶσαι αὐτόν» (Α´ Βασ. 19.13-15). Τότε διαπίστωσαν ὅτι ὁ καταζητούμενος εἶχε ἀποδράσει.
Τώρα ὄχι ὁ Σαούλ ἀλλά οἱ Φαρισαῖοι ἐπιδίωκαν νά ἐξολοθρεύσουν ὄχι τόν Δαβίδ μά τόν Θεάνθρωπο ἐγγονό του, ἀποκλειστικά καί μόνο γιατί φημίσθηκε ἐπειδή πάτασσε τούς ἐχθρούς δαίμονες καί ἔσωζε τελειωτικά καί αἰώνια τόν νέο Ἰσραήλ (πρβλ. Ματθ. 27.18).
Τώρα ὄχι ἡ Μελχόλ, ἡ κόρη τοῦ Σαούλ καί γυναίκα τοῦ Δαβίδ, μά ἡ Ἐκκλησία τέκνο τῆς Συναγωγῆς καί Νύμφη τοῦ Χριστοῦ (Ἀποκ. 19.7), σχετίσθηκε μέ τή φυγή τοῦ Ὑψίστου δικαίου καί ἔδειξε στήν ὑφήλιο τά σάβανα κενά, πραγματικά κενοτάφια, ὄχι αἴγας ἀλλά τοῦ Ἀρνίου μέ τήν ἄκρα, ἀνυπέρβλητη εὐσπλαγχνία (Ἰω. 1.29). Ὁ ἀνέκαθεν κοσμοκράτορας τοῦ αἰώνα τούτου (Ἐφ. 6.12) τοῦ ἀπατεώνα, ἀτελέσφορα εἶχε διατάξει «ἀγάγετε αὐτόν – τόν Ἰησοῦ – ἐπί τῆς κλίνης – τῆς νεκρικῆς – πρός με – στόν ἅδη – τοῦ θανατῶσαι αὐτόν». Αὐτός αὐτοπροαίρετα αὐτομόλησε ἀπό τόν Τάφο στόν ἅδη γιά νά τόν ἀφανίσει ἀφίνοντας κενά σάβανο, σουδάρι καί κλινάρι.
Ὦ σάβανα! Τρέχει ὁ Πέτρος καί «βλέπει τά ὀθόνια κείμενα μόνα» καί ἀπορεῖ «θαυμάζων τό γεγονός» (Λουκ. 24.12). Ἀπορεῖ: ‒ Ποῦ, λέει, ποῦ ἀκούσθηκε σεντόνι σαβάνου χωρίς ἴχνος λειψάνου; Ποῦ, λέει, ποῦ ἀκούσθηκε νεκρικό σεντόνι πού νεκρό δέν σαβανώνει; Ποῦ, λέει, ποῦ ἀκούσθηκε νεκρικό σουδάριο καί ἐπιτάφιο, ἀφθαρσίας τεκμήριο καί ἄμφιο;
‒ Ἀκούσθηκε, Πέτρε. Ἄφησε τήν ταραχή σου καί θυμήσου· παρών ἤσουν. Ἀκούσθηκε στόν δρόμο τῆς Ναΐν, ὅταν ἀναστήθηκε ὁ υιός τῆς χήρας, ἡ μοναχογέννα (Λουκ. 7.11-17) της· στό μέγαρο τοῦ ἑκατόνταρχου, ὅταν ἀναστήθηκε ὁ ἔμπιστος δοῦλος του (Ματθ. 8.5-13)· στό σπίτι τοῦ ἀρχισυνάγωγου, ὅταν ἀναστήθηκε ἡ δωδεκάχρονη κορούλα του (Μάρκ. 5.22-43)· στήν ἐξοχή τῆς Βηθανίας «τῆς κώμης Μαρίας καί Μάρθας τῆς ἀδελφῆς αὐτῆς» καί Λαζάρου τοῦ ἀδελφοῦ αὐτῶν (Ἰω. 11.1-44). Τώρα ὅμως βλέπεις «κείμενα μόνα» τά ἀρωματισμένα μέ σμυρναλόη «ὡς λίτρας ἑκατόν» (Ἰω. 19.39)‒ τριανταδύο κιλά! ‒ – ὀθώνια, γιατί τό μυρίπνοο Ἔαρ, ὁ Σωτήρας, καταργεῖ τά τῆς ἁμαρτίας ὀψώνια (Ρωμ. 6.23). Κατόπισθέν σου εἰσερχόμαστε καί μεῖς στό Μνημεῖο, μαζί μέ τόν ἄλλο μαθητή πού «εἶδε καί ἐπίστευσεν» (Ἰω. 20.8). Καί βλέπουμε καί μεῖς καί πιστεύομε!
Ὦ σάβανα, πού χρηματίσατε οἱ πρόδρομοι τῶν ἁγίων ἀντιμηνσίων. Μπροστά σας ὁ ἀρχιερέας Χριστός, ὁ Θύτης· πάνω σας ὁ Ἀμνός Χριστός, τό Θῦμα· πίσω σας ὁ λίθος, τό βῆλο τῆς Ὡραίας Πύλης· γύρω σας οἱ ἄυλοι φεγγοβόλοι ἄγγελοι, οἱ διάκονοι τοῦ φρικτοῦ Μυστηρίου, καί «σύν τοῖς πυρίνοις οἱ πήλινοι» (Καθ. Στ´ ὠδῆς Τριαδ. Κανόνα πλ. Β´ ἤχου), οἱ χοϊκοί ἄνθρωποι, ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας Ἰωσήφ καί ὁ γέροντας Νικόδημος, τά παιδάκια τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, ἄς ποῦμε! Γιά ν᾿ ἀξιωθοῦν νά εἰσδύσουν στά Ἅγια, πῆραν τό προνόμιο καί τόν βαθμό τοῦ κατώτερου κληρικοῦ – τοῦ ἀναγνώστη γιά παράδειγμα – ὄχι μέ τόν πλοῦτο τους, μέ σιμωνιακό τρόπο, ἀλλά μέ τή λαχτάρα τους, μέ φιλοθεϊκό πόθο.
Ὦ σάβανα!
Πρίν ἀπό τόν Τάφο, ναί πρίν ἀπό τόν Τάφο, ὁ Ἐζεκίας ἔκλαιγε μέ κοπετούς γιατί πορευόταν τήν ὁδό πού ὁδηγεῖ σ᾿ αὐτόν (Δ´ Βασ. 20.1-3)· κάθε ἄλλο παρά «μακαρία ἡ ὁδός» (Προκείμενο σέ Κεκοιμημένους) αὐτή ἦταν τότε…
Μετά τόν Τάφο, ναί μετά τόν Τάφο, ὁ Παῦλος χαιρόταν προσμένοντας καί ὑπερεπιθυμώντας, καταπώς ἀποδεικνύει ἡ συρροή ὑπερθετικῶν, «τό ἀναλῦσαι καί σύν Χριστῷ εἶναι· πολλῷ γάρ μᾶλλον κρεῖσσον» (Φιλ. 1.23)!
Πρίν ἀπό τόν Τάφο, ὁ Δαβίδ ἔκραζε σπαρακτικά μέ ἀπόγνωση «μή ἀναγάγῃς με ἐν «ἡμίσει ἡμερῶν μου» (Ψαλμ. 101.24)!
Μετά τόν Τάφο ὁ Θεοφόρος Ἰγνάτιος ἐκλιπαροῦσε τούς χριστιανούς τῆς Ρώμης νά μήν ἐμποδίσουν νά γίνουν τάφος του τά δόντια τῶν θηρίων πού θά τόν ἕνωναν μέ τόν Ἀγαπώμενο (Πρός Ρωμ. 2-8).
Πρίν άπό τόν Τάφο ὁ αἱμοσταγής Ἀγάγ, τοῦ Ἀμαλήκ ὁ βασιλιάς στό Α´ Βασιλειῶν, ἀτενίζοντας τόν θάνατό του τρέμοντας διαπίστωνε: «Οὕτω πικρός ὁ θάνατος; » (15.32)…
Μετά τόν Τάφο ὁ Μ. Βασίλειος ἀτένιζε τόν θάνατο μέ ὑπεροψία καί κατά–φρόνηση, ὅταν ἀποκρινόταν στόν ὕπαρχο Μόδεστο, τόν ἀποκρισάριο τοῦ αἱρετικοῦ βασιλιᾶ Οὐάλη, πώς δέν τόν πτοοῦσε οὔτε καί ὁ θάνατος, ἐφόσον θά τόν ἔφερνε γρηγορώτερα στόν παμβασιλιά Θεό (Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 43, 48, 51)….

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Η ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ Γέροντος Μάρκελλου Καρακαλληνού

Η ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

1Γέροντος Μάρκελλου Καρακαλληνού

Φύλακας άγγελος της οικογενείας είναι η άσκηση. Όταν λέµε άσκηση εννοούµε την λειτουργική ζωή της οικογενείας. Χωρίς την Εκκλησία δεν µπορεί να διατη­ρηθεί η οικογένεια. Η οικογένεια πρέπει να έχει τον πνευµατικό της σαν τον οικογενειακό της γιατρό. Όταν είναι υπό την παρακολούθηση του πνευµατικού λύνονται όλα τα προβλήµατα και οι σύζυγοι αλληλοκατανοού­νται.

Η πνευµατική αγάπη ανέχεται και τα αρνητικά στοιχεία του άλλου. Δεν επιµένει εγωϊστικά να εκπλη­ρώνονται όλα τα θελήµατά του. Η νηστεία, η προσευχή και η Θεία Λειτουργία αγιάζουν τα παιδιά και τους συ­ζύγους. Η καλυτέρα πρακτική άσκηση είναι οι στρωτές µετάνοιες. Η µεγαλυτέρα όµως άσκηση και ευλογία στην οικογένεια είναι η συµµετοχή στην Θεία Κοινω­νία. 

Πρέπει να εγκρατεύωνται και να ρυθµίζουν έτσι την ζωή τους, ώστε µε την ευλογία του Πνευµατικού τους να µπορούν τακτικά να κοινωνούν. Όταν το επιτύχουν αυτό δεν ζουν σαρκικά, αλλά πνευµατικά και η χάρις του Θε­ού αναπαύεται επάνω τους. Το πρόβληµα στην οικογέ­νεια προέρχεται από τον σαρκικό τρόπο ζωής, διότι σκοτίζεται ο νους και αρχίζει η εµπάθεια και ο εγωϊ­σµός. Όταν µας κατευθύνει µόνο το σώµα κάνουµε πολ­λά λάθη.

Αλλάζουν όµως τα κριτήρια όταν υπάρχη άσκηση και η βίωση της χριστιανικής ζωής. Τότε υπάρχει ευλο­γία και χαρά στην οικογένεια. Ο Χριστός τα δίνει όλα τα αγαθά µας και είναι όλα ευλογηµένα. Τι κρίµα να µην αγαπούν την οµορφιά και την ζεστασιά που φέρνει ο Χριστός στην οικογένεια!

Ο ΙΟΒΙΝΙΑΝΟΣ

Ο ΙΟΒΙΝΙΑΝΟΣ



Ο ΙΟΒΙΝΙΑΝΟΣ
π. Γεωργίου Φλορόφσκυ

     Η γνώση μας για τον Ιοβινιανό προέρχεται πρωτίστως από τον Αγ. Ιερώνυμο. Εκτός αυτού, έχουμε πληροφορίες γι' αυτόν από τον Αγ. Αυγουστίνο και από τις συνόδους στις οποίες οι ιδέες του καταδικάστηκαν. Ο περίφημος Ιουδαίος προσήλυτος David Mendel, που ονομάστηκε Neander (1789-1850) κατά τη μεταστροφή του στον Προτεσταντισμό, συνέ­κρινε τον Ιοβινιανό με το Λούθηρο γιατί και οι δύο αντέδρασαν στον ασκητισμό από την προσωπική τους εμπειρία μέσα στο μοναχισμό. Το έργο του Ιερωνύμου Adversus Jovinianum («Κατά Ιοβινιανόν») είναι το εκτενέστερο από τα πολεμικά του έργα και από πολλές απόψεις το καλύτερο έργο του, παρ’όλο που κι αυτό έχει την τυπική δηκτική γλώσσα και τη βίαιη εξύβριση που είναι τόσο χαρακτηριστική τού Αγ. Ιερωνύμου -αναφέρει το έργο του Ιοβινιανού ως εμετό και ονομάζει τον Ιοβινιανό δούλο της διαφθοράς, βάρβαρο συγ­γραφέα, και Χριστιανό Επικούρειο, ο οποίος αγαπά περισσό­τερο τη γη από τον ουρανό, την κακία από την αρετή, την κοιλιά του από το Χριστό. Ο Αγ. Ιερώνυμος τον επιτιμά γιατί άρχισε να ντύνεται πιο κομψά. Το βιβλίο επίσης είναι πολύ μέτριο στον όλο χειρισμό του θέματος. Εκείνο που το κάνει να είναι το καλύτερο έργο του είναι το γεγονός ότι χρη­σιμοποιεί σ' αυτό τους εθνικούς κλασσικούς. Ο Αγ. Αυγου­στίνος είναι πολύ πιο επιεικής -ίσως πιο αντικειμενικός-γιατί η κυριότερη του κριτική για τον Ιοβινιανό ως άτομο εί­ναι ότι παρέσυρε πολλές Ρωμαίες μοναχές να παντρευθούν. Το έργο τού Ιερωνύμου Adversus Jovinianum απέχει από του να είναι άψογο. Συχνά, όταν έχει ένα ουσιαστικό επιχείρημα από την Αγία Γραφή, το υπερτονίζει, το μεγαλοποιεί. Άλλες φορές, η εξήγησή του είναι λιγότερο επιτυχής.
Φαίνεται ότι ο Ιοβινιανός έγραψε ένα βιβλίο, ίσως προ του 390, ενώ βρισκόταν στη Ρώμη, εναντίον του μοναχισμού. Το έργο δεν υπάρχει πια. Ο Ιοβινιανός ήταν μοναχός, και πιθανώτατα παρέμεινε μοναχός ως το θάνατο του, αν και με μια μάλλον ανορθόδοξη και ελεύθερη διάθεση. Ήδη το 390 αυτός - μαζί με οκτώ συντρόφους του- καταδικάστηκε από μια σύνοδο στη Ρώμη με πρόεδρο τον Πάπα Σιρίκιο, ο οποίος αντετίθετο με ζήλο στο γάμο των κληρικών και ήταν ε­πίσης προσεκτικός για τις ακρότητες του μοναχισμού. Ο Ιοβινιανός τότε πήγε στο Μεδιόλανο (Μιλάνο) όπου συναντήθη­κε με τον Αγ. Αμβρόσιο. Μπορεί να φαίνεται ότι έκανε μια ανόητη κίνηση ο Ιοβινιανός , γιατί ο Αγ. Αμβρόσιος ήταν ένας πιστός υποστηρικτής του ασκητισμού και της παρθε­νίας. Αλλά υπήρχαν στο Μεδιόλανο δυο μοναχοί, ο Sarmatio και ο Barbatian, οι οποίοι  είχαν παρόμοιες απόψεις με εκείνες του Ιοβινιανού. Υπάρχει ακόμα η πιθανότητα ότι ο Ιοβινιανός υπολόγιζε στα νέα γεγονότα τα σχετικά με τον Ευγένιο.
Ο Ευγένιος ήταν καθηγητής της ρητορικής στη Ρώμη, και αργότερα πήρε μια θέση στην κυβέρνηση τού Ουαλεντινιανού. Με το θάνατο τού Ουαλεντινιανού, τα στρατεύματα τού Arbogasi ανακήρυξαν τον Ευγένιο νέο Αύγουστο. Αμέ­σως ο Ευγένιος έστειλε αγγελιαφόρους στο Θεοδόσιο που τον πληροφόρησαν για την ανακήρυξή του και επίσης τόνισαν ότι ο Arbogasi δεν ευθύνονταν για το θάνατο τού Ουαλεντινιανού. Ο Ευγένιος ταυτόχρονα επικοινώνησε με τον Άγ. Αμβρό­σιο, τον οποίο γνώριζε, άλλα ο Άγ. Αμβρόσιος αρνήθηκε να απαντήσει. Ο Ευγένιος, ο «νέος Αύγουστος», ήταν Χριστια­νός, Ρωμαίος στην καταγωγή. Ο Ευγένιος ζήτησε επίσης την υποστήριξη των επισκόπων της Γαλατίας. Ο Ευγένιος, αν και είχε ανακηρυχθεί Αύγουστος από τα στρατεύματα του, εί­χε ακόμα ανάγκη από την αναγνώριση του Θεοδοσίου. Αλλά ο Θεοδόσιος ανακήρυξε ως Αύγουστο της Ιταλίας τον ενιάχρονο γυιό του Ονώριο στις αρχές του 393. Ο Ευγένιος, ο οποίος διεκδικούσε ως δική του την Ιταλία, διέκοψε φανερά τις σχέσεις του με τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο. Εκείνον α­κριβώς τον καιρό ο Αγ. Αμβρόσιος ήταν απασχολημένος με την Τρίτη Σύνοδο του Μεδιολάνου.
Στα τέλη του 392 ο Πάπας Σιρίκιος είχε στείλει τρεις Ρω­μαίους Ιερείς στον Άγ. Αμβρόσιο στο Μεδιόλανο να τον πληροφορήσουν (Patrologia Latina 13,1171) ότι ο Ιοβινιανός και οκτώ σύντροφοι του είχαν καταδικαστεί ως αιρετικοί. Ο Ιοβινιανός αναφέρεται ως «ψευδο-μοναχός», που δίδασκε ό­τι η ισότητα τού βαπτίσματος έδινε ίση «άξια» σε όλους τους βαπτισμένους, ότι η νηστεία ή το φαγοπότι ήταν ένα θέμα τε­λείως αδιάφορο. Μια τέτοια διδασκαλία, φυσικά, ήταν ανοι­χτός πόλεμος εναντίον κάθε ασκητισμού.
Ο Άγ. Αμβρόσιος δίνει μερικές λεπτομέρειες για την καταδίκη του Ιοβινιανού στο Μεδιόλανο (Patrologia Latina 16,1125). «Πόσο μεγάλη είναι η παραφροσύνη των θλιβερών υλακών τους, ώστε τα ίδια πρόσωπα να λένε ότι ο Χριστός δεν μπορούσε να γεννηθεί από Παρθένο, και όμως να ισχυρί­ζονται ότι οι γυναίκες, αφού γεννήσουν σύμφωνα με τους αν­θρώπινους όρους, παραμένουν παρθένες; Δίνει ο Χριστός στους άλλους ο,τι -όπως αυτοί ισχυρίζονται- δεν θα μπο­ρούσε να δώσει στον εαυτό του; Αλλά αυτός, αν και ανέλαβε τη σάρκα μας, αν και έγινε άνθρωπος για να μπορέσει να λυ­τρώσει τον άνθρωπο και να τον ανακαλέσει από το θάνατο, ακόμα, επειδή ήταν Θεός, ήρθε πάνω στη γη μ’ έναν ασυνήθι­στο τρόπο, ώστε, όπως αυτός είπε: Ιδού, καινά ποιώ πάντα" (Αποκ. 21,5), έτσι επίσης μπόρεσε να γεννηθεί από μιαν ά­σπιλη Παρθένο, και να πιστευθεί ότι είναι, όπως γράφτηκε (στην Παλιά Διαθήκη), ‘ο Θεός μεθ' ημών’. Αλλά αυτοί από τους δικούς τους διεφθαρμένους τρόπους παρακινήθηκαν να λένε, ήταν παρθένος όταν συνέλαβε, αλλά δεν ήταν παρθέ­νος όταν γέννησε. Θα μπορούσε, λοιπόν, να συλλάβει ως παρθένος, και δεν θα μπορούσε να γεννήσει ως παρθένος, αφού η σύλληψη προηγείται πάντα και η γέννηση ακολουθεί;».
«Αλλά τι είναι αυτή η 'πύλη του ιερού', εκείνη η εξωτε­ρική πύλη που κοιτάζει προς Ανατολάς, που παραμένει κλει­στή και κανένας άνθρωπος, λέγεται, δεν θα την περάσει πα­ρά μόνο ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ; Δεν είναι η Μαρία αυ­τή η πύλη, δια της οποίας ο Σωτήρας εισήλθε στον κόσμο; Αυτή είναι η πύλη της δικαιοσύνης, όπως είπε ο ίδιος. Είναι πρέπον σε μας να πληρώσουμε κάθε δικαιοσύνη (Ματθ. 3,15). Η Ευλογημένη Μαρία είναι η πύλη για την οποία γρά­φτηκε ότι ο Κύριος διήλθε δι’ αυτής, γι' αυτό αυτή πρέπει να κλειστεί μετά τη γέννηση, γιατί αυτή και συνέλαβε και γέννη­σε ως παρθένος».
Το άμεσο αποτέλεσμα της διδασκαλίας τού Ιοβινιανού ήταν η αποσκίρτηση των μοναχών, ανδρών και γυναικών, στη Ρώμη, oι οποίοι  αποκήρυξαν τους όρκους τους και παντρεύτηκαν, κατά παρόμοιο τρόπο με ο,τι έγινε στη Βιττεμβέργη κάτω από την επίδραση του Carlstadt και ενώ ο Λούθη­ρος εκρατείτο κάτω από την προστατευτική φρουρά του Φρειδερίκου. Ο Λούθηρος, όταν πρωτοάκουσε ότι οι μοναχοί και οι μοναχές αποκήρυτταν τους όρκους τους, στενοχωρή­θηκε. Αμέσως τότε μελέτησε την Αγία Γραφή και έβγαλε το συμπέρασμα ότι τέτοιοι όρκοι δεν ήταν Βιβλικοί και γι' αυτό ενέκρινε την αποκήρυξη των όρκων. Η πρώτη του, όμως, αν­τίδραση ήταν ενδιαφέρουσα. Ήταν αυτή η αποκήρυξη των όρκων που στενοχώρησε τον Άγ. Αυγουστίνο. Στο βιβλίο του De Haeresibus (82) ο Άγ. Αυγουστίνος γράφει: «iia ui quaedam virgincs sacrae proveciac jam aetatis in urbe Roma ubi haec docchai co audiio nupissc dicaniur»10. Ο Άγ. Αυγουστί­νος γράφει κατά παρόμοιο τρόπο στο βιβλίο Retract at innes (2,48): «tanium valuit in urbe Romana u( nonnullas eiiam san ciimonialcs de quarum impudkitia suspick) nulla praecesserai. deiecissc in nupiias dicereiur. hoc maxime argumenio cum eas arguerei dicens: Tu ergo melior quam Sarra. melior quam Susanna sivc Anna? .... Hoc modo eiiam vizorum sanciorum sanctum caclibatum commcmoraiionc patrum coniugaiorum el comparaiione frangcbat»11. 
Ο Αγ. Αμβρόσιος ενδιαφέρονταν, πράγματι, πολύ για τους όρκους του Ιοβινιανού. Παρά το γεγονός ότι ο Πάπας Σιρίκιος έστειλε κοινοποίηση τού αφορισμού του Ιοβινιανού και των οκτώ συντρόφων του, ο Άγ. Αμβρόσιος θεώρησε το θέμα αρκετά σοβαρό για να συγκαλέσει τη δική του σύνοδο. Ήθελε, προφανώς, να σταματήσει την εξάπλωση τέτοιων δι­δασκαλιών στο Μεδιόλανο. Οι επίσκοποι που συμμετείχαν σ' αυτή τη σύνοδο ήταν: ο Sabinus της Piacenza, ο Bassianus τού Lodi, ο Eventius της Pavia, ο Maximus της Aemona, ο Felix του Como, ο Theodore του Octodurum, ο Constantius της Claicrna, ο Geminian της Modena, και ο Eustratius της Tortona.
Στη Ρώμη, εν τούτοις, η ειδωλολατρία ακόμα επέμενε. Πολλές ισχυρές οικογένειες ήταν εχθρικές προς την Κων­σταντινούπολη, μη ξεχνώντας ποτέ την αποσκίρτηση τού Μεγάλου Κωνσταντίνου από την πόλη της Ρώμης και την ί­δρυση της «Νέας Ρώμης» στην πόλη τού Βυζαντίου. Αυτοί oι Ρωμαίοι δυσανασχετούσαν για τους νόμους που προέρχονταν από την Ανατολή. Η εχθρότητά τους μεγάλωσε με τα δια­τάγματα τού Θεοδοσίου που καθιστούσαν το Χριστιανισμό τη μόνη νόμιμη θρησκεία της αυτοκρατορίας. Ταράχτηκαν ιδιαί­τερα από το διάταγμα του Θεοδοσίου στις 8 Νοεμβρίου του 392, το οποίο απαγόρευε κάθε μορφή ιδιωτικής ειδωλολατρι­κής λατρείας. Στο όνομα της αιωνίας πόλεως Ρώμης, η Ρω­μαϊκή σύγκλητος αναγνώρισε τον Ευγένιο ως Αύγουστο. Η Ρωμαϊκή σύγκλητος έστειλε πρεσβεία στον Ευγένιο να τον πληροφορήσει για την απόφασή της και για να ζητήσει την α­κύρωση των διαταγμάτων του Γρατιανού. Ο Ευγένιος δεν α­πάντησε. Μια δεύτερη αίτηση υποβλήθηκε. Και πάλι αυτός δεν προέβη σε καμιά ενέργεια. Έγραψε, μάλλον, στον Αγ. Αμβρόσιο για δεύτερη φορά. Όταν τελικά πιέστηκε να πει το λόγο για τη σιωπή του, ο Αγ. Αμβρόσιος απάντησε ότι αυτός φοβόταν ότι oι ειδωλολάτρες θα υπερίσχυαν τού νέου Αύγουστου. Τελικά ο Ευγένιος απέδωσε τις δημευμένες πε­ριουσίες των ειδωλολατρικών ναών αλλά όχι στους ιερείς από τους οποίους τις είχαν πάρει. Τις έδωσε, μάλλον, στούς συγκλητικούς που τις είχαν ζητήσει, και τις έδωσε ως δώρα στους «άξιους πολίτες» ούτως ώστε η κυβέρνηση να μην μπο­ρούσε να ενοχοποιηθεί. Απένειμε επίσης δώρα στους επισκόπους. Επιπλέον, ο Ευγένιος διέταξε την αποκατάσταση τού Βωμού της Νίκης. Ο Ευγένιος, μαζί με τον Arbogasi. διέσχι­σε τις Άλπεις το καλοκαίρι τού 393, κι έφθασε στο Μεδιό­λανο τον Αύγουστο. Ο Αγ. Αμβρόσιος προτίμησε να φύγει σε εθελοντική εξορία παρά να συναντήσει αυτούς τους νέους κυρίους, μια εξορία που κράτησε πάνω από ένα χρόνο. Ή­ταν ίσως αυτό πάνω στο οποίο βασίζονταν ο Ιοβινιανός  όταν έφυγε από τη Ρώμη για το Μεδιόλανο. Ο,τι είχε κάνει ο Αγ. Αμβρόσιος με το Θεοδόσιο, το ίδιο έκανε τώρα με τον Ευγέ­νιο. Τού έστειλε μια επιστολή και εξηγούσε γιατί έφυγε από την πόλη. Δεν έφυγε από φόβο. Έφυγε για να δηλώσει την πλήρη αποδοκιμασία του για την «Ιεροσυλία» που διαπρά­χθηκε από τον Ευγένιο όταν παραχώρησε με νόμο στους ειδωλολάτρες ό,τι τού ζήτησαν. «Δεν φοβούμαι να σας πω, αυ­τοκράτορες, τι θεωρώ καλύτερο. Συνεπώς, όπως ακριβώς δεν σώπασα με τους άλλους αυτοκράτορες, έτσι δεν θα σωπάσω και με σένα, φιλανθρωπότατε Αυτοκράτορα ... Ακόμα κι αν η δύναμη ενός αυτοκράτορα είναι μεγάλη, θυμήσου, αυτο­κράτορα, πόσο μεγάλος είναι ο Θεός. Αυτός βλέπει τις καρ­διές όλων. Διερευνά τα βάθη της συνειδήσεως. Γνωρίζει τα πάντα πριν ακόμα να συμβούν: γνωρίζει τα μυστικά της καρ­διάς σας». Η εθελοντική εξορία τού Άγ. Αμβροσίου και το θαρραλέο γράμμα του στον Ευγένιο ήταν στην ουσία ένας υ­πονοούμενος αφορισμός. Ο Αγ. Αμβρόσιος δεν ζήτησε με­τάνοια, όπως έκανε με το Θεοδόσιο, όταν ο τελευταίος είχε φονεύσει τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης. Ο προφανής λόγος ήταν ότι ο Άγιος Αμβρόσιος κατάλαβε ότι ο Ευγένιος είχε ταυτιστεί με την ειδωλολατρική μερίδα. Ο Ιοβινιανός  προφανώς νόμισε ότι θα μπορούσε να δράσει πιο εύκολα μέ­σα στην ατμόσφαιρα που δημιούργησε ο Ευγένιος. 
Ο Άγ. Αμβρόσιος αποδείχτηκε ότι είχε δίκιο. Η Εκ­κλησία αρνήθηκε να δεχθεί τα δώρα που της πρόσφερε ο Ευ­γένιος. Με τη σειρά του, ο Ευγένιος επέτρεψε στους ειδωλο­λάτρες να αποκατασταθούν πλήρως στη Ρώμη και σ' ολόκληρη την Ιταλία με την αρχηγία τού Νικόμαχου Φλαβιανού. Το 1938 ανακαλύφθηκε μια επιγραφή στην Όστια που χρονο­λογείται στα 393/394 και μνημονεύει την αποκατάσταση ενός ναού τού Ηρακλέους. Οι ειδωλολατρικοί ναοί άνοιξαν πάλι. Η προσφορά θυσιών ξανάρχισε. Το χειμώνα του 393/394 οι λησμονημένες γιορτές αποκαταστάθηκαν. Τον Μάρτιο έγινε η περιφορά της Ίσιδος. Τον Απρίλιο έγιναν οι Μεγαλενσιανικοί αγώνες προς τιμήν της Κυβέλης. Από τις 28 Απριλίου ως τις 6 Μαΐου δόθηκαν οι απαίσιες παραστάσεις των Ludi Morales. Και τέλος ήρθε η τελική ανατροπή - όλες οι τιμητι­κές θέσεις στο κράτος δόθηκαν μόνο σε ειδωλολάτρες.
Από τη μια μεριά υπήρχε η αποστασία των μοναχών, ανδρών και γυναικών, κάτω από την επίδραση του Ιοβινιανού˙ από την άλλη μεριά, υπήρχε η αποστασία πολ­λών προς την ειδωλολατρία. Μεγάλη λύπη δοκίμασε η Εκ­κλησία, στο Μιλάνο και στη Ρώμη. Ο Άγ. Αμβρόσιος συ­νέχισε να γράφει ατούς κληρικούς του και να τους παροτρύ­νει να παραμείνουν πιστοί και νομοταγείς στον Κύριο τους Ι­ησού Χριστό, στη Χριστιανική τους πίστη.
[…]
Στο βιβλίο του Adversus Jovinianum ο Άγ. Ιερώνυμος ε­ξετάζει «τέσσερες προτάσεις» του Ιοβινιανού (Patrologia La­tino 23,214). «(Ο Ιοβινιανός) λέγει ότι "παρθένες, χήρες και έγγαμες γυναίκες, που έχουν κάποτε περάσει δια του νιπτήρος του Χριστού, αν είναι ίσες από άλλες απόψεις, είναι ίσης αξίας". (Ο Ιοβινιανός ) προσπαθεί να δείξει ότι αυτοί οι οποίοι , με την πλήρη βεβαίωση της πίστεως, έχουν αναγεννη­θεί στο βάπτισμα, δεν μπορούν να ανατραπούν από το διάβο­λο. Η τρίτη πρόταση του είναι ότι δεν υπάρχει καμιά διαφο­ρά ανάμεσα στην αποχή από την τροφή και την λήψη της με ευχαριστία. Η τέταρτη και τελευταία (πρόταση του) είναι ότι υπάρχει μία ανταμοιβή στη βασιλεία των ουρανών για ό­λους εκείνους που έχουν κρατήσει τον όρκο που έδωσαν στο βάπτισμα». Από τον Άγ. Αμβρόσιο και τον Άγ. Αυγου­στίνο γίνεται φανερό ότι ο Ιοβινιανός  είχε μια πέμπτη θέση: ότι η Μαρία συνέλαβε παρθενικώς αλλά έχασε την παρθενία με τη γέννηση (Άγ. Αμβροσίου, Eristula 42,4-7 στήν Patrolo­gia Latina 16,1125· Άγ. Αυγουστίνου, De Nuptiis et Concupis-centia 2,15- Contra duas Epistutas Pelagianorum 1,4- Contra Julianum 1,4· και De Haeresibus 82).


10. «ούτως ώστε κάποιες Ιερές παρθένες προχωρημένης ήδη ηλικίας στην πόλη της Ρώμης, όπου αυτά διδάσκονταν, δέχονταν αμέσως να παντρευθούν». (Σ.τ.Μ.)
11. «Τόση δύναμη είχε (αυτός) στην πόλη της Ρώμης ώστε μερικές μάλι­στα παρθένες για τις οποίες δεν υπήρχε πριν καμιά υποψία για ασέλγεια, λέ­γεται ότι εκτρέπονταν σε γάμους, πείθοντάς τες μ' αυτό το μέγιστο επιχείρη­μα: Συ, λοιπόν, είσαι καλύτερη από τη Σάρρα. καλύτερη από τη Σουσάννα ή την Άννα; Και μ' αυτόν τον τρόπο, δηλαδή με την υπόμνηση και τη σύγκρι­ση έγγαμων πατέρων, κατέλυε την ιερή αγαμία αγίων ανδρών·. (Σ.τ.Μ.)



Από το βιβλίο: ΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ
Μετάφραση: Παναγιώτη Πάλλη- Εκδόσεις: Π.ΠΟΥΡΝΑΡΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1992

Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com

Read more: http://www.egolpion.com/iovinianos.el.aspx#ixzz2rQJ25xay

Η συγχώρηση

Η συγχώρηση

Πριν πολλά χρόνια και μετά την λήξη του εμφυλίου σπαραγμού και του αδελφοκτόνου πολέμου, σε κάποιο χωριό, έγινε ένας φόνος, για πολιτικούς μάλλον λόγους και εξαιτίας του μεγάλου φανατισμού, που επικρατούσε εκείνη την εποχή. 
Κατηγορήθηκε, λοιπόν κάποιος χωριανός, ο Πέτρος και με τις μαρτυρίες πέντε συγχωριανών του δικάστηκε και καταδικάστηκε σε 30 χρόνια φυλάκιση. Ο κατηγορούμενος όμως ισχυρίζετο συνεχώς ότι ήτο αθώος… Κλείσθηκε σε αγροτικές φυλακές, αλλά μέρα-νύχτα διαλαλούσε και μονολογούσε ότι ήτο αθώος.
Σ’ αυτές τις φυλακές πήγαινε μια φορά τον. μήνα ένας ευλαβέστατος ιερεύς και λειτουργούσε στο εκκλησάκι που υπήρχε και κατόπιν εδέχετο για εξομολόγηση όσους εκ των φυλακισμένων το επιθυμούσαν.
Ύστερα από 5-6 μήνες, πήγε και ο εν λόγω χωριανός στον ευλαβή εκείνον ιερέα και εξομολόγο, και ενώπιον του Αγίου Θεού και μπροστά στο πετραχήλι του Πνευματικού, βεβαίωνε με όρκους ότι ήταν αθώος.
Από τότε που εξωμολογήθηκε μέσα στις φυλακές ο Πέτρος Γ., άλλαξε τελείως διαγωγή και έγινε ο άνθρωπος της προσευχής και της μελέτης του Ευαγγελίου, που του δώρισε εκείνος ο καλός ιερεύς. Μέσα σ’ έναν χρόνο αλλοιώθηκε τόσο πολύ, που όλοι οι συγκρατούμενοί του και βαρυποινίτες άρχισαν να τον σέβονται και να του φέρονται φιλικά. Και με την Χάρι και τον φωτισμό του Θεού γρήγορα -πείσθηκε ο ευλαβής ιερεύς για την αθωότητα του, ώστε του επέτρεπε να κοινωνά κάθε φορά που λειτουργούσε στις φυλακές.
Ο ιερεύς προσπάθησε κάτι να κάμει μέσω κάποιων δικηγόρων, αλλά οι μάρτυρες ήσαν απολύτως κατηγορηματικοί, γιατί ήσαν δήθεν παρόντες στον φόνο.
Παρά ταύτα ο εξομολόγος πίστευε ότι όντως ήτο αθώος και θύμα σκευωρίας.
Ο Πέτρος Γ. όχι μόνο προσηύχετο με το Όνομα του Ιησού Χριστού, που το έμαθε από το βιβλίο «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού», αλλά μελετούσε το Ευαγγέλιο και κοινωνούσε των αχράντων Μυστηρίων, σκορπώντας σε όλους τους συγκρατουμένους του πολλή καλοσύνη. Συγχωρούσε δε με όλη του την καρδιά και τους κατηγόρους του και αυτόν ακόμα τον άγνωστο φονιά.
- Δεν φταίνε, οι καημένοι, έλεγε. Φταίει το πολιτικό και ιδεολογικό πάθος, φταίει και ο διάβολος που τους σκοτείνιασε το μυαλό κι έτσι κρύψανε την αλήθεια. Θεέ μου, συγχώρεσε τους… και από μένα να’ ναι συγχωρεμένοι… και χάρισε τους πλούτη και αγαθά πολλά, αλλά χάρισε τους προπαντός και ιδιαιτέρως φωτισμό και υγεία.
Έτσι πέρασαν 19 χρόνια. Κατόπιν, λόγω της καλής και αρίστης διαγωγής και επειδή έκανε και στις τότε αγροτικές φυλακές, όπου εμειώνετο η ποινή, αποφυλακίσθηκε. Ήτο πλέον 50 ετών.
Στο χωριό όμως δεν έγινε δεκτός, επειδή τον πίστευαν όλοι για φονιά και κυρίως οι συγγενείς του φονευμένου. Έτσι, μετακόμισε σε μια γειτονική πόλη και έκαμε τον εργάτη, τον οικοδόμο και κυρίως τον μαραγκό, δουλειά που την έμαθε στην φυλακή.
Η ζωή του όμως εξακολουθούσε να είναι ζωή ενός αληθινού χριστιανού, με την ακριβή συμμετοχή στα Μυστήρια, με την σωστή τήρηση των ευαγγελικών εντολών και ιδιαιτέρως με την προσευχή. Η προσευχή ήταν το οξυγόνο της ζωής του. Η Ευχή και το Ευαγγέλιο ήσαν γι’ αυτόν «άρτος ζωής» και «ύδωρ ζων».
Μία κοπέλα 42 ετών, θεολόγος σε κάποιο Γυμνάσιο της περιοχής, πληροφορήθηκε από τον Πνευματικό των φυλακών, που ήτο και δικός της Πνευματικός, τα πάντα για τον Πέτρο Γ. και ιδιαιτέρως για το πόσο ήτο αφοσιωμένος στον Χριστό και στην Εκκλησία Του. Πήγε, τον βρήκε και κατόπιν τον ζήτησε η ίδια σε γάμο!… Από τον ευλογημένο αυτό γάμο προήλθαν δυο παιδιά, υγιέστατα.
Ύστερα από μερικά χρόνια, στο χωριό που έγινε ο φόνος, κάποιος αρρώστησε βαρεία με ανεξήγητους φοβερούς πόνους σε όλο του το σώμα. Η επιστήμη με τους γιατρούς και τις κλινικές εξετάσεις, που ήσαν προηγμένες, στάθηκαν αδύνατον να τον βοηθήσουν!!! Ούτε καν την αιτία δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν!
Έτσι, μια βραδιά στο σπίτι του, αφού επέστρεφε από το νοσοκομείο, σ’ αυτήν την φοβερή κατάσταση, άρχισε να κραυγάζει μέσα στους φοβερούς του πόνους ότι αυτός ήτο ο φονιάς και με τους 4 ψευδόμάρτυρες, τους οποίους εξηγόρασε με μεγάλα χρηματικά ποσά, κατηγόρησαν τον Πέτρο Γ., που συμπτωματικά περνούσε από εκείνο το σταυροδρόμι, την ώρα που έγινε ο φόνος.
Φώναξαν τον αστυνόμο του τμήματος του χωριού, υπέγραψε την ομολογία του κατονομάζοντας και τους 4 ψευδομάρτυρες και συνεργούς του. Ποιά νομική διαδικασία ακολουθήθηκε μετά, δεν γνωρίζω. Η ομολογία του όμως έκανε κρότο στο χωριό, προκαλώντας σύγχυση, ταραχές και πολλές κατάρες, οι οποίες βάραιναν τον φονιά. Παρά ταύτα, η ψυχή του φονιά δεν έφευγε Κι αυτός εξακολουθούσε να τσιρίζει και να κραυγάζει. Ο Πέτρος Γ., όπως ήτο επόμενον, το έμαθε. Δεν κίνησε όμως καμιά διαδικασία για την αποκατάσταση της τιμής του με αναθεώρηση της δίκης, με μηνύσεις κατά των ενόχων και άλλων ενδίκων νομίμων μέσων. Αλλά τί έκανε; Πήγε στο σπίτι του φονιά!…
Οι πάντες πάγωσαν Οι περισσότεροι χωρικοί, όταν τον είδαν να περνά μέσα από το χωριό, από την ντροπή τους κρύφθηκαν. Πάγωσε και ο φονιάς όταν τον αντίκρισε, και με γουρλωμένα τα μάτια από την έκπληξη και την φρίκη, τον άκουσε να του λέει:
- Γιώργο, σε συγχωρώ με όλη μου την καρδιά… Και σ’ ευχαριστώ, γιατί ήσουν η αιτία να γνωρίσω τον Χριστό με την Εκκλησία Του και τα άγια Μυστήριά της. Εύχομαι να Τον γνωρίσεις κι εσύ, με μετάνοια και προσευχή!
Τον αγκάλιασε τον φίλησε και έφυγε, ενώ κάποια δάκρυα κρυφά έτρεχαν από τα μάτια του.
Ο θρίαμβος της δικαιοσύνης του Θεού ήλθε, ύστερα από 35 χρόνια! Αλλά υπήρξε και θρίαμβος εμπιστοσύνης, της πίστεως και της αδιαλείπτου προσευχής του αδικημένου Πέτρου Γ. στην Πρόνοια του Θεού. Και ταυτόχρονα στέφανος δόξης στην υπομονή και μακροθυμία, που έδειξε τόσα χρόνια.
Ευλογήθηκε η μετέπειτα ζωή του, όπως προείπαμε, μ’ έναν χριστιανικό γάμο και με οικογένεια που ήτο «κατ’ οίκον εκκλησία» και με δύο τρισευλογημένα παιδιά. Και μάλιστα, μετά την ολοκάρδια συγχώρηση που έδωσε και την αγάπη που έδειξε προς όλους, πολλαπλασιάσθηκε η ευλογία του θεού στο σπιτικό του. Είχε την Χάρι του Θεού πάνω του, την ευλογία της Παναγίας, την προστασία των Αγίων και την συμπαράσταση των Αγγέλων.
Εκοιμήθη οσιακώς σε ηλικία 80 ετών, το 1999. Παρών στην κοίμηση του ήτο και ο εννενηντάχρονος ιερεύς των φυλακών, που μου διηγήθηκε αυτό το γεγονός, για να με διαβεβαίωση ότι λίγο πριν το τέλος του Πέτρου Γ., Άγγελοι και Αρχάγγελοι πλημμύρισαν το δωμάτιό του, τους οποίους έβλεπε όχι μόνο ο ψυχορραγών με τα μάτια του, αλλά και ο εν λόγω ιερεύς.
Αυτοί και παρέλαβαν την ψυχή του, μετά το τελευταίο σημείο του σταυρού που έκανε ο Πέτρος Γ., λέγοντας:
- Άγγελε μου! Άγγελε μου…, δεν την αξίζω αυτή την τιμή… Και τούτο ειπών, εκοιμήθη!
Ο άνθρωπος αυτός, παρ’ όλο που ήταν έγγαμος και ζούσε μέσα στον σημερινό κόσμο, μετά από την τεράστια και άδικη δοκιμασία και ταλαιπωρία του στην φυλακή, μαζί με βαρυποινίτες, είχε καρπούς της Ευχής, της Θείας Κοινωνίας και της ευαγγελικής ζωής. Η έγγαμη ζωή του δεν τον εμπόδισε να λέγει μέρα-νύχτα την Ευχή, όπως την έμαθε από το βιβλίο «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού».
Από το βιβλίο «Η ευχή μέσα στον Κόσμο» του Πρωτοπ. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου.
Περιοδικό «Φίλοι Φυλακισμένων», τεύχος 9ο, Συλλόγου Συμπαραστάσεως Κρατουμένων «Ο Ονήσιμος», Αθήνα, Φθινόπωρο-Χειμώνας 2008.
Πηγή: isagiastriados

Διαμοιράστηκε, λοιπόν, ο Χριστός; (Α Κορ. 1,1-17)

Διαμοιράστηκε, λοιπόν, ο Χριστός; (Α Κορ. 1,1-17)

Tης Δρ. Ελένης Κασσελούρη-Χατζηβασιλειάδη, Διδάσκουσας στο Ε.Α.Π. & το Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Το κομβικό ερώτημα που τόσο ωραία θέτει ο Απόστολος Παύλος στο πρώτο κεφάλαιο της Α΄ προς Κορινθίους επιστολής αποτελεί πρόβλημα που συνεχίζει να ταλαιπωρεί τις χριστιανικές εκκλησίες μέχρι και σήμερα. Δηλώνουν, αλήθεια, οι διαφωνίες και οι διαιρέσεις των χριστιανών ότι διαμοιράστηκε ο Χριστός;
Από τις απαρχές του Χριστιανισμού, οι Χριστιανοί ομολογούν πίστη σε μία Εκκλησία: «ἓν σῶμα καὶἓν Πνεῦμα, καθὼς καὶἐκλήθητε ἐν μιᾷἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶν· εἷς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα· εἷς Θεὸς καὶ πατὴρ πάντων, ὁἐπὶ πάντων καὶ διὰ πάντων, καὶἐν πᾶσιν ὑμῖν» (Εφ. 4, 4-6). Ωστόσο η Χριστιανοσύνη γνώρισε τη διαίρεση σε πολλές κοινότητες χωρισμένες είτε γεωγραφικά είτε πολιτισμικά, ή ως προς τη δογματική διδασκαλία από πολύ νωρίς. Ο άγιος Κλήμης Ρώμης διερωτάται: «προς τι τόσες έριδες και διαιρέσεις και οργή και εχθρότητα μεταξύ σας; Μήπως ένας δεν είναι ο Θεός και ο Χριστός και το Πνεύμα της Χάριτος που μας επισκιάζει και μια η εν Χριστώ κλήση μας; Γιατί αναστατώνουμε το Σώμα του Χριστού και επαναστατούμε κατά του ίδιου του σώματός μας και γινόμαστε τόσο ανόητοι ώστε να ξεχνούμε ότι είμαστε αλλήλων μέλη; Ανόητοι!»[1] Αν και θα μπορούσε κανείς να επιχειρηματολογήσει ότι κάποιες από αυτές τις διαιρέσεις εκπροσωπούν μια υγιή ποικιλία, ή ακόμη ότι προέκυψαν εξαιτίας κάποιας αναγκαιότητας, είτε ιστορικής είτε πολιτιστικής, είναι αδύνατο να προσεγγίσουμε με ικανοποίηση την κατακερματισμένη ζωή μας ως Χριστιανοί.

Η Εκκλησία δεν είναι δυνατό να διαιρεθεί, ακριβώς επειδή ταυτίζεται με το αδιαίρετο Σώμα του Χριστού. Όπως τονίζει ο άγιος Μάξιμος: «έχουμε προορισθεί από Αυτόν, προ των αιώνων, να υπάρχουμε εν Αυτώ, ως μέλη του Σώματός Του και Αυτός μας συναρμόζει και μας συνταιριάζει δια του Αγίου Πνεύματος, όπως η ψυχή εναρμονίζει το σώμα» ή αλλού: «ο Λόγος του Θεού (ο Χριστός) επιθυμεί το μυστήριο της ενανθρωπήσεως Του να πραγματοποιείται πάντοτε και σε κάθε τι». [2]

Αμέσως μόλις κατανοήσει και συναισθανθεί κάποιος την τραγωδία των διαιρέσεων, θέτει το ερώτημα: τί μπορεί να γίνει για την θεραπεία τους; Σε μερικές χριστιανικές εκκλησίες και ομολογίες υπάρχει διάχυτη η άποψη ότι η ενότητα μπορεί μόνο να επιτευχθεί με μια παγκόσμια «επιστροφή» ή αφομοίωση σε αυτές. Σε άλλες πάλι, υπάρχει η αίσθηση ότι αρκεί να απομακρυνθούν οι πολιτισμικές και τυπικές επιστρώσεις ώστε να καταστεί εμφανές ότι στην πραγματικότητα είμαστε μία Εκκλησία. Υπάρχουν πολλοί τρόποι προσέγγισης της σημασίας και του τρόπου επίτευξης της χριστιανικής ενότητας. Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει: εξετάζοντας το χριστιανισμό σήμερα, τί μπορεί να γίνει ώστε οι χριστιανικές ομολογιακές οικογένειες να έλθουν πιο κοντά η μία στην άλλη, αλλά και πιο κοντά στην ενότητα στην οποία έχουν κληθεί, «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν» (Ιωαν. 17, 21);

Στην οικουμενική κίνηση οι προσπάθειες συμφιλίωσης έχουν λάβει, κυρίως, δύο αλληλοσυμπληρούμενες μορφές: η πρώτη ως «όντας σε διάλογο», και η δεύτερη ως «ενεργώντας από κοινού». Σε κάθε ανθρώπινη διαίρεση και διαμάχη είτε στο επίπεδο των προσωπικών σχέσεων, της οικογένειας και της φιλίας, είτε στο επίπεδο των θεσμών, η επούλωση των πληγών, η θεραπεία και η επανένωση χρειάζεται το συνδυασμό δύο πραγμάτων: α) του διαλόγου, τί συνέβη, δηλαδή, και προκλήθηκε η διαίρεση, τί είναι αυτό που πραγματικά μας διαιρεί, αλλά και β) της πράξης και κοινής πορείας, αρχίζοντας, δηλαδή, να ενεργούμε από κοινού για να οικοδομήσουμε ή να ανασυστήσουμε ένα είδος κοινής ζωής. Αυτή η προσπάθεια είναι ιδιαιτέρως σημαντική αφού η Εκκλησία ως σώμα Χριστού και ως η συνεχιζόμενη ενσάρκωση του Λόγου πάνω στη γη καλείται να συνεχίσει το έργο του ιδρυτή της. Η αναλογία αυτή ανάμεσα στην αποστολή του Χριστού και της Εκκλησίας δεν ισχύει μόνο για την μορφή και τον τρόπο που επιτελείται, αλλά και για το κίνητρο που την ενεργοποιεί, δηλαδή η Εκκλησία ασκεί την αποστολή της με αγάπη (Εφεσ. 4,15-16). «Αν έχεις αγάπη, λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, θα γίνεις απόστολος και μάλιστα ο πρώτος των αποστόλων»[3] γιατί: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις.[4]Η εκκλησία, συνεπώς, αδιάκοπα οδοιπορεί-όχι απλώς σαρκωμένη αλλά σαρκούμενη, «προς ένα τελικό φθάσιμο. Το τελικό φτάσιμο είναι στην πραγματικότητα ο λόγος για τον οποίο η κτίση δημιουργήθηκε: η μεταποίηση των πάντων σε Σώμα Χριστού και κατόπιν η συνάντησή τους με το Θεό, η ανάστασή τους ως καινής κτίσης, η μεταμόρφωση των συμπάντων σε πανηγύρι Τριαδικής ζωής, δηλαδή σε Βασιλεία του Θεού»[5].

Ένα άλλο σημαντικό σημείο του πρώτου κεφαλαίου της Α΄ προς Κορινθίους επιστολής είναι ότι ο απόστολος Παύλος δίνει έμφαση στη σχέση ιεραποστολής και ενότητας: «η αποστολή που μου όρισε ο Χριστός δεν ήταν να βαπτίζω αλλά να κηρύττω το ευαγγέλιο χωρίς σοφά και περίτεχνα λόγια, ώστε ο θάνατος του Ιησού Χριστού στο σταυρό να μη χάσει το περιεχόμενό του».[6] «Η ιεραποστολή και η ενότητα δεν είναι δύο μεγέθη ανεξάρτητα μεταξύ τους, αλλά δύο συνάλληλες και διάλληλες μορφές της μιας και της ίδιας αρχής, της αγάπης. Η ανάμεσα τους σχέση δεν είναι αθροιστική αλλά δυναμική, όχι με την έννοια μιας ενεργού αμοιβαιότητας αλλά με την έννοια μιας εσωτερικής αναγκαιότητας. Η ιεραποστολή με την ευρεία έννοια της κένωσης του Θεού έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την ενότητα, όχι μόνο ως εσχατολογικό αποτέλεσμα, αλλά και ως πραγμάτωσή της σε κάθε μια επιμέρους εκδήλωση της κένωσης».[7]

Ο απόστολος Παύλος, τέλος, ευχαριστεί το Θεό που έδωσε στους πιστούς τη χάρη Του διά του Χριστού Ιησού. Τους πλούτισε με όλα τα χαρίσματα, με κάθε είδους λόγο και κάθε είδους γνώση.[8] Αυτή τη γνώση και τα χαρίσματα θα πρέπει να αξιοποιήσουμε οι χριστιανοί σήμερα, ώστε όλοι μαζί να ξεπεράσουμε κάθε είδους διάσπαση, καταστροφή, διαίρεση, πόλεμο, κοινωνική αδικία και πόνο. Όπως λέει χαρακτηριστικά ένας σημαίνων Ορθόδοξος θεολόγος, «τα βάσανα του κόσμου, τα μεγάλα προβλήματα της ανθρωπότητας θα πρέπει να γίνονται στο στέρνο κάθε χριστιανού και η δικιά του έγνοια, ημέρα και νύκτα. Η δικαιοσύνη των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης και του Ιησού να αποτελούν την νέα απαίτηση, τη νέα μεγάλη ευθύνη για το μέλλον, τη νέα προσευχή της καρδιάς. Γιατί η δικαιοσύνη είναι δικαιοσύνη μόνο όταν είναι παγκόσμια».[9]

Το ζήτημα της δικαιοσύνης και της ειρήνης ήταν το θέμα της 10ης Γενικής Συνέλευσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών που πραγματοποιήθηκε στο Busanτης Ν. Κορέας το Νοέμβριο του 2013. Εκπρόσωποι των εκκλησιών μελών του ΠΣΕ, θεολόγοι, κληρικοί και λαϊκοί, από όλες τις χριστιανικές ομολογίες κι εκπρόσωποι άλλων θρησκειών συζήτησαν το θέμα: «Ζωοδότη Θεέ, οδήγησέ μας στη δικαιοσύνη και την ειρήνη». Στο μήνυμα που απέστειλε η Γενική Συνέλευση προς την παγκόσμια κοινότητα τονίστηκε μεταξύ άλλων: «Ζούμε σε μία εποχή παγκόσμιας κρίσης. Ευρισκόμαστε αντιμέτωποι με οικονομικές, οικολογικές, κοινωνικο-πολιτικές προκλήσεις. Στο σκότος και τη σκιά του θανάτου, στις βασάνους και τους διωγμούς, πόσο πολύτιμο είναι το δώρο της ελπίδας από τον Αναστάντα Κύριο! Με τη φλόγα του Πνεύματος στις καρδιές μας, προσευχόμαστε στον Χριστό να φωτίζει τον κόσμο: ώστε το φως του να μεταστρέφει όλη την ύπαρξη μας προς τη φροντίδα ολάκερης της κτίσης και την ομολογία ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν πλαστεί κατ’ εικόνα του Θεού. Καθώς ακούμε φωνές που συχνά προέρχονται από το περιθώριο, ας πάρουμε όλοι μαθήματα ελπίδας και επιμονής. Ας δεσμευτούμε εκ νέου να εργαστούμε για την ελευθερία και την αλληλέγγυα δράση. Είθε ο φωτίζων Λόγος του Θεού να μας οδηγεί στο ταξίδι μας. Η πρόθεσή μας είναι να προχωρήσουμε όλοι μαζί. Έχοντας ως ερέθισμα την εμπειρία μας στο Πουσάν, καλούμε όλους τους καλής θελήσεως ανθρώπους να προσφέρουν τα δώρα που έχουν λάβει από τον Θεό σε μεταμορφωτικές δράσεις. Η Συνέλευση σας καλεί να έρθετε μαζί μας σε προσκυνηματική πορεία. Είθε οι εκκλησίες να είναι κοινότητες θεραπείας και ευσπλαχνίας και είθε εμείς να σπέρνουμε τις Ευφρόσυνες Ειδήσεις, ώστε να καλλιεργείται η δικαιοσύνη και η υπερέχουσα ειρήνη του Θεού να εξαπλώνεται στον κόσμο. «Μακάριοι οι φυλάσσοντες κρίσιν και ποιούντες δικαιοσύνην εν παντί καιρώ» (Ψαλμ. 106,3)».

Όσοι συμμετείχαμε στη Γενική Συνέλευση διαπιστώσαμε ότι οι χριστιανικές εκκλησίες και ομολογίες έχουν εν πολλοίς συνειδητοποιήσει ότι η διάσπαση και η διαίρεση έχουν καταστροφικές συνέπειες για ολόκληρη την ανθρωπότητα και ότι μόνο μαζί μπορούν να υπηρετήσουν πραγματικά τον άνθρωπο και την κτίση, το θέλημα δηλαδή του Θεού για ειρήνη, δικαιοσύνη και αγάπη. Έχουν καταλάβει ότι η παγκόσμια κοινωνία αγάπης ελεύθερων προσώπων είναι «ιδανικό για το οποίο αξίζει κανείς να αγωνίζεταινα δρα δημιουργικά στο τοπικό με προοπτική το παγκόσμιο. να ανταποκρίνεται υπεύθυνα στο συγκεκριμένο χρέος, με προσανατολισμό και σκοπό ζωής το Άπειρο - τον Θεό της αγάπης».[10] Η συνάντηση με τον άλλο, τον όποιο άλλον, αμβλύνει τις αντιθέσεις, παρακάμπτει τις φυλετικές ή εθνικιστικές διαφορές, αποβάλλει την ξενοφοβία και το μίσος, ενισχύει το σεβασμό προς το πρόσωπο και τα ανθρώπινα δικαιώματα, δημιουργεί τις συνθήκες ώστε να αντικρύσουμε τα ενοποιά στοιχεία που συνέχουν τον κόσμο μας, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις προϋποθέσεις για μια ζωή ολοκληρωμένη και τέλεια πνευματικά και ηθικά. Η πορεία αυτή είναι προσκυνηματική, είναι πορεία προσευχής και άσκησης, είναι πορεία γεμάτη πόνο και αγωνία, είναι πορεία ιστορική με εσχατολογικό περιεχόμενο και προοπτική, είναι πορεία σταυροαναστάσιμη. Ούτως ή άλλως δεν «υπάρχει κανένα μονοπάτι προς την εσχατολογική τελειότητα που παρακάμπτει τη ζωή πάνω στη γη και τους αγώνες που συνοδεύουν τη ζωή».[11]

Θα κλείσουμε με τα λόγια ενός σημαντικού Ορθόδοξου θεολόγου, που είχε μάθει να διαλέγεται. «Κατά κάποιαν ορισμένη έννοια η όλη ιστορία είναι ιερή. Ταυτόχρονα όμως η ιστορία της εκκλησίας είναι τραγική. Η καθολικότητα έχει δοθεί στην εκκλησία. Η επίτευξή της είναι το καθήκον, το ιερό έργο της εκκλησίας. Η αλήθεια συλλαμβάνεται με κόπο και με μόχθο. Δεν είναι εύκολο να ξεπεράσει κανείς την υποκειμενικότητα και την επί μέρους ιδιορρυθμία. Ο θεμελιακός όρος του χριστιανικού ηρωισμού είναι ταπείνωση εμπρός στο Θεό και αποδοχή της αποκαλύψεως του ….… πρέπει να μας γίνει πεποίθηση ότι ακριβώς μέσα στην εκκλησία η πληρότης του Χριστού είναι τετελειωμένη. Καθένας από εμάς αντιμετωπίζει αμφιβολίες και δυσκολίες. Αλλά πιστεύουμε κι ελπίζουμε ότι η ενωμένη, καθολική, ηρωική προσπάθεια θα διαλύσει τις δυσκολίες αυτές. Κάθε έργο αδελφότητος και ομονοίας είναι ένα μονοπάτι προς την πραγμάτωση της καθολικής πληρότητας της εκκλησίας που αγάλλεται στη θέα του Κυρίου: «Οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αυτῶν». [12]

Το κείμενο αποτελεί ομιλία που έγινε κατά την Οικουμενική Προσευχή για την Ενότητα της Εκκλησίας στη Θεσσαλονίκη (18/1/2014).
[1] Πρώτη Επιστολή Προς Κορινθίους, 46, ΒΕΠΕΣ 1, 31. Από το πρωτ. Βασίλειος Θερμός, Οδύνη Σώματος Χριστού. Κεφάλαια εκκλησιαστικής αυτογνωσίας, Αθήνα: Ακρίτας, 2009, σ. 27.
[2] Περί διαφόρων απόρων, PG 91, 1097B, όπ.π.
[3] Εις την επιγραφήν των Πράξεων, 3, PG 51,82.
[4] Ιω. 13,35.
[5] Θανάσης Παπαθανασίου, Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται. Η ιεραποστολή ως ελπίδα και ως εφιάλτης, Εν πλώ: Αθήνα, 2008, σ. 33.
[6] Α΄ Κορ. 1,17.
[7] Ηλίας Βουλγαράκης, Ιεραποστολή. Δρόμοι και δομές, Αρμός: Αθήνα, 1989, σ. 244
[8] Α΄ Κορ. 1,4.
[9] Χριστός και Ιστορία. Επιστημονικό Συμπόσιο προς τιμήν του Καθηγητή Σάββα Αγουρίδη, Παρατηρητής: Θεσσαλονίκη, 1993, σ. 28.
[10]Αναστάσιος, Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, Ακρίτας: Αθήνα, 20011, σ. 268.
[11] π. Δημήτριος Στανιλοάε, Θεολογία και Εκκλησία, (μτφρ. Νίκος Τσιρώνης), εκδ. Τήνος: Αθήνα 1989, σ. 199.
[12] π. Γεώργιος Φλορόφσκυ, Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας, Άρτος Ζωής: Αθήνα, 1973, σ. 209. 
Πηγή: amen.gr

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2014

Το «μισθολογικό καθεστώς» των μοναχών του Αγίου Όρους

Το «μισθολογικό καθεστώς» των μοναχών του Αγίου Όρους
Σκέψεις και βιώματα από το πανηγύρι της Ιεράς Μονής Καρακάλου στη μνήμη του Εθνοσιομάρτυρα αγιορείτη μοναχού Αγίου Γεδεών
(21/01/2013 16:52)

Ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν (Εβρ. ιγ, 14)
 
 
Είναι αλήθεια ότι κάθε εργαζόμενος σήμερα αποβλέπει στην λήψη του μισθού του προκειμένου να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Να αγοράσει δηλαδή τα απαραίτητα υλικά αγαθά που θα τον διατηρήσουν στην εφήμερη τούτη ζωή. Και ποιά είναι τούτα; Τροφή, νερό, ένδυση, διαμονή κ.ο.κ. Αναλόγως μάλιστα με την ποσότητα των υλικών αγαθών είθισται να τον εντάσσουμε στην κατηγορία του πλουσίου ( αυτός που απέκτησε πολλά) η στην κατηγορία του φτωχού ( αυτός που έχει λιγότερα)! 
Συνηθίζουμε ακόμη από σχετικά μικρή ηλικία να ταυτίζουμε την ευτυχία, νοούμενη και ως ευημερία και ως καλοπέραση με τον πλούτο. Μας διδάσκουν από τα σχολεία ακόμη να απεχθανόμαστε και να πολεμούμε την φτώχεια και τα επακόλουθα αυτής. Μας καλλιεργούν την ιδέα της ευτυχίας μέσα από την χωρίς μέτρο κατανάλωση των αγαθών. Μας μαθαίνουν πως να είμαστε κτητικοί, ιδιοκτήτες προσδίδοντας την ψευδαίσθηση πως θα είμαστε πάντα επί της γης...
Ως εκ τούτου το φυσικό γεγονός του θανάτου που σηματοδοτεί και το τέλος της παρουσίας μας στη γη εκδιώκεται από τη σκέψη μας και συστηματικά απωθείται στα κατάστιχα του είναι μας. Κι αυτό γιατί έρχεται πάντα σε αντίθεση με την καθημερινότητά μας! Μας δημιουργεί θα λέγαμε ανασφάλεια που προκαλούν τα συνήθη ερωτηματικά όπως λ. χ. μετά θάνατον τι;
Είναι γεγονός ότι η πλειονότητα των ανθρώπων αδυνατεί η δεν θέλει καν να συνειδητοποιήσει ότι ο πλούτος η η φτώχεια είναι έννοιες που στην ουσία έχουν να κάνουν με τη διαχείριση των υλικών αγαθών! Αρκεί λοιπόν να εξετάσουμε μόνο το γεγονός ότι η γη και ο ήλιος και ο όλος το σύμπαν παραμένουν αναλλοίωτα εκατομμύρια τώρα χρόνια και απλώς οι άνθρωποι και εν γένει το ζωϊκό και φυτικό βασίλειο εναλλάσσονται. Τι σημαίνει τούτο; Αυτό καλοί μου Χριστιανοί σημαίνει ότι όλοι μας μηδενός εξαιρουμένου είμαστε φιλοξενούμενοι. Και ποιός άραγε μας παρέχει τη φιλοξενία; Μας την παρέχει Αυτός που δημιούργησε τον κόσμο, δηλαδή ο Θεός!
Είμαστε πάροικοι, προσωρινοί, εφήμεροι, διαβάτες μίας 
συγκεκριμένης πορείας που ξεκινά με τον ερχομό μας, τη γέννησή μας στη γη και ολοκληρώνεται με το θάνατο, δηλαδή την αποχώρησή μας, το τέλος θα λέγαμε της φιλοξενίας μας. Εκ της πορείας μας αυτής θα κριθούμε για το αν θα συμμετάσχουμε στο επόμενο στάδιο. Αν δηλαδή πολιτογραφηθούμε ως πολίτες της αιωνιότητας η καταδικαστούμε οριστικά και αμετάκλητα στα κάτεργα και στο πυρ το αιώνιο. Και η κρίση αυτή ανήκει αποκλειστικά και μόνο σε Εκείνον που παρέχει την φιλοξενία. Εξαρτάται μάλιστα από το αν ο φιλοξενούμενος τήρησε τους κανόνες της φιλοξενίας. Και ποιοί είναι αυτοί οι κανόνες θα ρωτήσει κάποιος εύλογα; Οι βασικοί κανόνες καταγράφονται στην ψυχή κάθε ανθρώπου που έρχεται στον κόσμο. Είναι ο νόμος του παρέχοντος τη φιλοξενία, δηλαδή ο νόμος του Θεού. Είναι οι εντολές Του, οι οποίες συμπληρώθηκαν από τον ίδιο το Θεό μέσω της ενανθρώπησης του Λόγου και Μονογενούς Υιού Του, του Ιησού Χριστού. Και τι σημαίνει συμπλήρωση του νόμου; Σημαίνει ερμηνεία και άνοιγμα της οδού που εκ του ασφαλούς οδηγεί τον άνθρωπο στην ουράνια Πολιτεία. Τον καθιστά πολίτη της αιωνιότητας, όπως λέγει στην προς Εβραίους επιστολή του ο Απόστολος Παύλος.
Η ένταξη δε του ανθρώπου σε οίκο της Πολιτείας ταύτης συνδέεται με την εξ ολοκλήρου αντίθετη πορεία με αυτή που σήμερα είθισται ακολουθεί ο σύγχρονος άνθρωπος! Συνδέεται λ.χ. με την ακτημοσύνη, δηλαδή την αποκοπή από κάθε πράγμα που σε καθιστά προσκολλημένο στην γη... Συνδέεται με την ταπείνωση και την προσευχή, δηλαδή με τη συνειδητοποίηση του ότι είσαι πάροικος και απλός διαχειριστής. Συνδέεται με συνεχείς ευχαριστίες και αδιάλειπτες δοξολογίες προς Αυτόν που σε φιλοξενεί. Συνδέεται με την ανιδιοτέλεια, τη νηστεία και την ειλικρινή αγάπη. Συνδέεται με την υπακοή, τη θυσία και την πίστη, νοούμενη ως απόλυτη εμπιστοσύνη στον παρέχοντα τη φιλοξενία, δηλαδή τον Θεό. Έχει να κάνει δε με τη νίκη επί του θανάτου, όπως λένε οι Άγιοι Πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας. 
Το παράδειγμα του «φτωχού» για τον κόσμο Λάζαρου και του άφρονα πλουσίου, που διηγήθηκε μέσω της γνωστής παραβολής ο Ιησούς Χριστός και Θεός μας, δείχνει ακριβώς το ισχύον «μισθολογικό καθεστώς» για την επιζητούμενη ουράνια Πολιτεία, που αναφέρει ο Απόστολος Παύλος.
Η Αθωνική λοιπόν Αγιώνυμη Πολιτεία, το Περιβόλι της Υπερευλογημένης Θεοτόκου, το γνωστό σ’ όλους μας Άγιο Όρος συστηματικά επιδιώκει να εφαρμόζει και προσπαθεί να ακολουθεί αιώνες τώρα την πορεία του εργαζομένου «φτωχού» για τον κόσμο αλλά βασιλιά για τον ουρανό Λάζαρο. Οι «πολίτες» της ιδανικής αυτής γήινης πολιτείας αγωνίζονται νυχθημερόν στο στίβο της εφήμερης ζωής αποβλέποντας να λάβουν όχι γήινο αλλά μόνο ουράνιο μισθό. Διακαώς επιθυμούν να καταστούν ουρανοπολίτες. Συνειδητά αποδέχονται λοιπόν την ακτημοσύνη. Συνειδητά προπονούνται στα στάδια της υπακοής, της νηστείας και της ταπείνωσης, έτσι ώστε να είναι πάντα έτοιμοι δυνατοί αθλητές για την μαραθώνια οδό της θυσίας. Μίας θυσίας νοούμενης κυρίως ως διαρκής ομολογία και μαρτυρία της Αλήθειας και του Φωτός!
Μέσα στο πλαίσιο αυτό και οι προσκυνητές της αγιώνυμης αυτής πολιτείας δύνανται να αξιολογήσουν και να ερμηνεύσουν τα όσα ζουν, βιώνουν και αισθάνονται κατά την παραμονή τους στο Άγιο Όρος! Η γαλήνη και η ησυχία, η ευχαριστία και προπαντός η δοξολογία που αποπέμπονται προς τον ουρανό αποτελούν για κάθε προσκυνητή προγεύματα παραδεισένια. Τον κάνουν να νιώθει πολίτης του ουρανού αν και βρίσκεται ακόμη μέσα στον κόσμο! Το πέρασμα δε από το λουτρό της θείας εξομολόγησης και η κοινωνία του στη Θεία Ευχαριστία τον ελαφρύνουν από βαριά φορτία που προκαλεί η προσκόλλησή του στα γήινα και εφήμερα. Στην ουσία Χριστιανοί μου θα λέγαμε ότι ο προσκυνητής βιώνει το θαύμα της φιλοξενίας της Παναγίας μας! Θαύμα που κάθε φορά συνοδεύεται από φοβερές εμπειρίες και πρωτοφανή βιώματα...
Τα βιώματα αυτά κάνουν αμούστακα σχεδόν παιδιά να εγκαταλείπουν τα πάντα στον κόσμο και συνειδητά να επιλέγουν την πορεία του «φτωχού Λαζάρου» μέχρι τα βαθιά γεράματά τους. Τα βιώματα αυτά κάνουν νέα παλικάρια, αληθινούς λεβέντες να μεταβαίνουν στο Περιβόλι της Παναγίας μας, το Άγιο Όρος και να προπονούνται νυχθημερόν μέσα από την αδιάλειπτη προσευχή και άσκηση αποβλέποντας στην ουράνια «μισθαποδοσία»! Οι ήρωες τους και τα πρότυπά τους, είναι οι Απόστολοι, οι Πατέρες, οι άγιοι ασκητές της ερήμου, δηλαδή οι άνθρωποι της θυσίας που έλαβαν το στεφάνι της δόξης που προσφέρει στους άξιους αθλητές ο ίδιος ο Κύριος! Αυτούς πανηγυρίζουν και γιορτάζουν με ολονυχτίες και αδιάλειπτες προσευχές.
Δεν σας κρύβω καλοί μου Χριστιανοί πως ως προσκυνητής στο ολονύχτιο πανηγύρι του Καρακαλληνού Αγίου Γεδεών, η θυσία του οποίου στον Τύρναβο της Θεσσαλίας αποτέλεσε την αρχή της κατιούσας πορείας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας που οδήγησε στην ολοσχερή διάλυσή της μου γεννήθηκε η επιθυμία να αγκαλιάσω έναν προς έναν όλους τους μοναχούς! Ήθελα να τους ευχαριστήσω, να τους χειροκροτήσω για το διαρκή επίπονο ασκητικό αγώνα τους!
Βλέποντάς τους στο μοναστήρι της μετανοίας τους να ακολουθούν τις οδηγίες του δικού τους στρατηγού -πατέρα, πνευματικού και γέροντα και να δίνουν σκληρές μάχες με ισχυρότατο αντίπαλο συνειδητοποίησα πως δεν διαφέρουν -ίσως και να ξεπερνούν σε ηρωισμό- από όλους εκείνους που θυσιάστηκαν στο βωμό της ελευθερίας της Ελλάδος! Και μετά λόγου γνώσεως προσωπικά πιστεύω πως τους ξεπερνούν σε ηρωισμό γιατί μάχονται εναντίον των λεγεώνων των δαιμονίων του κοσμοκράτορα Βελζεβούλ πολύ πιο ισχυρό αντίπαλο από Γερμανούς, Ιταλούς η Τούρκους στρατιώτες! Οι νίκες μάλιστα που πετυχαίνουν καταγράφονται για τον καθένα εξ αυτών των ηρώων-μοναχών, αγωνιστών με χρυσά γράμματα στον ουρανό. Και οι νίκες αυτές αποτελούν την πνευματική εποποιία ολόκληρης της σύγχρονης Ελλάδας με σημαντικό αντίκτυπο στην καθημερινότητά μας και στην προσπάθεια προς τη σωτηρία όλων μας.
Στα ασκητικά πρόσωπα των γερόντων και πίσω από το γαλήνιο βλέμμα μπορούσες κάλλιστα να διακρίνεις τα σημάδια από τις αλλεπάλληλες μάχες και τους διαρκείς πολέμους που διεξήγαγαν. Μπορούσες να διακρίνεις τις αγωνίες τους για το αν καταστούν άξιοι πολίτες του ουρανού η πέσουν στη μάχη πολεμώντας τον κοσμοκράτορα! Μπορούσες να διακρίνεις τον οπλισμό που ο καθένας εξ αυτών έφερε στους ώμους του. Οπλισμό που είχε να κάνει με την ανιδιοτελή προσφορά, την αγάπη, την ειλικρίνεια, τη φιλία... Ελαφρά όπλα έφεραν οι δόκιμοι και οι νεώτεροι εκπαιδευόμενοι στρατιώτες του Χριστού και βαρύτερα οι γέροντες.
Να λοιπόν γιατί ο Μητροπολίτης Ιερισσού Θεόκλητος, ο οποίος προεξήρχε της πανηγυρικής εορτής που οργάνωσε το μικρό αυτό τάγμα της Παναγίας μας επαίνεσε τον πνευματικό αγώνα της Αγιώνυμης Πολιτείας. Να γιατί ο γέροντας ηγούμενος αρχιμανδρίτης Φιλόθεος μίλησε για ουράνια αύρα και ευωδίες που αναδύονται από την Αγιώνυμη αυτή Πολιτεία και απλώνονται με την χάρη της Πλατυτέρας των ουρανών σε ολόκληρη την Ελλάδα. Να γιατί ο προσκυνητής έλκεται στο πνευματικό τούτο μέλι που ως ευλογία τον συνοδεύει και τον ενδυναμώνει στον αγώνα της σωτηρίας μέσα στον κόσμο! Να γιατί οι παραπαίοντες Άρχοντες οφείλουν να στηρίξουν και με κάθε τρόπο να ενισχύσουν την μοναδική στην οικουμένη αγιώνυμη πολιτεία, το Άγιο Όρος και να πάψουν να το πολεμούν,ταυτιζόμενοι με τους εκφραστές του μυστηρίου της ανομίας.
Ας κατανοήσουν μία για πάντα ότι το Άγιο Όρος, όσο έχει στρατηγό την Παναγία μας θα προσφέρει αγίους και ήρωες που θα καθιστούν την Ορθόδοξη Ελλάδα πρωταθλήτρια και πρωτοπόρο στον ουρανό... Ας κατανοήσουν μία για πάντα ότι το Άγιο Όρος όσο διαθέτει ταπεινούς γέροντες ενάρετους κι ανιδιοτελείς αγωνιστές της ορθόδοξης πίστης και της μετάνοιας οι οιανδήποτε εχθροί θα τρέπονται σε άτακτη φυγή και θα κατατροπώνονται από το κομποσχοίνι και την αδιάλειπτη προσευχή. 
 
Ένας ταπεινός προσκυνητής
δούλος Κυρίου     
ΛΕΖΑΝΤΑ: Ο Μητροπολίτης Ιερισσού Θεόκλητος μαζί με τον ηγούμενο της Ιεράς Μονής Καρακάλου αρχιμ. Φιλόθεο και τον Δήμαρχο Τυρνάβου.

Συντάκτης: ΕΝΑΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ
Πηγή: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2013